Καρδιά τόσο άσπρη | Javier Marias
Καρδιά τόσο άσπρη (1995), Javier Marias, μτφρ. Έφη Γιαννοπούλου, εκδόσεις Σέλας
Ταξιδεύω. Βρίσκομαι μέσα στο τρένο και ταξιδεύω. Για την ακρίβεια, βρίσκομαι στην εποχή που ακόμη τρένα διασχίζουν την κεντρική Ελλάδα κι ανυποψίαστοι επιβάτες μεταφέρουν την ύπαρξή τους αμέριμνοι. Ιδέα δεν έχουν για όσα πρόκειται να συμβούν. Κανείς δεν υποψιάζεται ότι τόσο κοντά είναι η εποχή που τρένα δε θα διασχίζουν την κεντρική Ελλάδα. Τρένα θα πάρουν ψυχές σε θραύσματα. Είμαι ένα ταξίδι πριν. Κυριολεκτικά. Την ίδια μέρα, ένα ταξίδι πριν. Δεν κάνω αυτές τις σκέψεις τότε. Τις κάνω τώρα που ανακαλώ την ανάμνηση της ανάγνωσης. Πέρασε αρκετός καιρός, για να μπορέσω να γράψω για το βιβλίο αυτό.
Πριν ξεκινήσει το βιβλίο, ο Μαρίας παραθέτει τα λόγια του Σαίξπηρ:
«Τα χέρια μου έχουν το χρώμα σου· μα ντρέπομαι να ‘χω μια καρδιά τόσο άσπρη»,
από όπου και ο τίτλος του βιβλίου. Το βιβλίο αρχίζει υποβάλλοντας την αναγνώστρια ή τον αναγνώστη σε ένα σοκ. Ένα τραγικό γεγονός, ένα αδόκητο συμβάν, σαν το μείζον γεγονός της πλοκής να δίνεται από την αρχή. Μετά από αυτό θα αρχίσει να λυτρώνεται ο αναγνώστης σε μια παράλληλη πορεία με τους ήρωες. Αριστοτεχνικά θα πλεχτεί η αφήγηση, απαιτητική και σχοινοτενής καθώς είναι. Γύρω από το κεντρικό θέμα, σαν πλανήτες – δορυφόροι, οι μικρότερες ιστορίες διανθίζουν το μυθιστόρημα και πόντο πόντο κερδίζουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η αφήγηση του Μαρίας είναι ένας χείμαρρος, ένας αφηγηματικός χείμαρρος που συμπαρασύρει τον αναγνώστη.
Ο Χουάν και η Λουίζα είναι ένα ζευγάρι. Παίρνουν την απόφαση να παντρευτούν μόλις λίγους μήνες μετά τη γνωριμία τους. Εργάζονται ως διερμηνείς και κατά τη διάρκεια του γαμήλιου ταξιδιού τους βρίσκονται στην Αβάνα. Ο Χουάν σχεδόν τυχαία, χωρίς να το επιδιώξει, θα γίνει μάρτυρας μιας συνεύρεσης και μιας συζήτησης ανάμεσα σε δύο παράνομους εραστές. Η συζήτηση αυτή θα εγγραφεί στο υποσυνείδητό του, θα ενεργοποιήσει σκέψεις και φιλοσοφικούς στοχασμούς για μια σειρά ζητημάτων. Ο γάμος, ο φόβος για τη ζωή και τα αναπάντεχα σημεία της, τα μυστικά που κρύβει ο χρόνος και τα πρόσωπα, η απρόσμενη ή καλά προσχεδιασμένη αποκάλυψή τους, η αγωνία, η υπαρξιακή, που γίνεται και αφηγηματική, διαπερνούν τις σελίδες.
Ο Χουάν προβληματίζεται για τον γάμο του. Μια περίεργη οικογενειακή τραγωδία τον εμπλέκει σε καταστάσεις που τον συνταράσσουν. Οι φόβοι του εντείνονται. Οι παράνομοι εραστές σχεδιάζουν έναν φόνο. Ο Χουάν κουβαλά στην ψυχή του πολύ σκοτάδι. Θα λυτρωθεί, αφού διανύσει μια μακρά πορεία αυτοσυνειδησίας.
Το επάγγελμα των κεντρικών ηρώων δεν είναι τυχαίο. Είναι διερμηνείς. Η γλώσσα, ο λόγος, η ύφανσή του είναι η αριστοτεχνικά δοσμένη υπαρξιακή αγωνία του Μαρίας. Είναι το όχημα της φιλοσοφικής ενατένισης των πραγμάτων στο οποίο επιβαίνει ο Χουάν. Πορεύεται και φιλοσοφεί, φιλοσοφεί κι αναστοχάζεται.
Ειμαρμένη.
Όσο άσπρες κι αν ξεκινούν την πορεία τους οι καρδιές, η σπίλωση, η νόθευση, η κηλίδα θα έρθει. Είναι κρυμμένη και εποφθαλμιά μέσα στα καλά κρυμμένα μυστικά μας, σ’ αυτά που ίσως δε θελήσαμε να μάθουμε.
Comments
No Comments