influencemag.gr

Πόλεμος

Εισαγωγή εξοπλισμού
(Τόπος συνάντησης: Πόλεμος)

Καθώς ξεκινάς να διαβάζεις αυτό το κείμενο, ξαφνικά βρίσκεσαι στη μέση του δρόμου και ακούς από μακριά απόκοσμα βουητά που κάτι σου θυμίζουν. Μέχρι να ανασύρεις τις μνήμες -πράγμα που μπορεί ποτέ να μην καταφέρεις- τα βουητά δυναμώνουν και πλησιάζουν απειλητικά. Παγώνεις από τον φόβο, ασυναίσθητα. Δεν μπορείς να κουνηθείς. Κόσμος τριγύρω με γρήγορο βήμα, κάτι ψάχνει. Αναρωτιέσαι αν σου θυμίζει τελικά ταινία, δελτίο ειδήσεων ή προηγούμενη ζωή. Δεν προλαβαίνεις όμως, αρχίζουν οι εκρήξεις. Ο κόσμος γύρω σου τρέχει, ουρλιάζει κόσμος τρέχοντας στον δρόμο, ουρλιάζει στα σπίτια. Παιδιά, γυναίκες, σκυλιά, ουρλιάζουν. Γιαγιάδες καταριούνται, άντρες βλασφημούν. Μια έκρηξη δίπλα σου σε κουφαίνει, κυριολεκτικά. Τώρα δεν ακούς. Χαίρεσαι που ζεις και τρέχεις όσο πιο γρήγορα μπορείς. Οι εκρήξεις; Δεν ακούγονται. Τα ουρλιαχτά; Δεν ακούγονται. Μόνο ο σφυγμός σου ακούγεται στα αυτιά σου. Δεν ακούς. Σε σταματάει ένας άντρας ντυμένος στα χακί. Σου λέει κάτι και σου δείχνει προς μια κατεύθυνση. Δεν ακούς, αλλά πας προς τα εκεί που έδειξε. Μακάρι να είπε πως εκεί θα βρεις καταφύγιο. Μακάρι να μην είπε πως εκεί σε περιμένει ο θάνατος. Και τώρα κατάλαβες. Κατάλαβες πως αυτός ξέρει τι κάνει. Ο δρόμος του ήταν ξεκάθαρος, ο δικός σου γεμάτος ομίχλη. Και όποιον σου εξηγούσε πού θα σε βγάλει ο κάθε δρόμος δεν τον άκουγες ποτέ, όπως δεν ακούς τώρα. Δεν ασχολείσαι με αυτά έλεγες, κοιτάς τη ζωή σου και πώς θα περάσεις καλά, έλεγες, πάντα σαν κουφός. Πάντα σαν κάποιοι να σε κατάντησαν κουφό. Και τώρα, να, να πού σε έβγαλε αυτός ο δρόμος. Τώρα αν ζήσεις, θα είσαι μάλλον σκλάβος, κουφός, ανίδεος. Μη σε νοιάζει, έτσι ήσουν πάντα. Κι αυτός ο πάτος δεν έχει όριο. Θυμήσου όμως, πριν αρχίσουν τα βουητά, πριν σου γεμίσουν με ομίχλη τον δρόμο όσοι ξέρανε πώς να σε κάνουν να τους υπακούς και σε θέλανε θύμα, θυμήσου, κάποιοι σε προειδοποιούσαν και σε θέλανε δίπλα τους για να φέρετε έναν καλύτερο κόσμο. Τώρα; Θα τους ακούσεις έστω και τώρα; Αυτοί μιλάνε σε ψυχές, σε καρδιές, σε αισθήσεις…

Μπορείς λοιπόν να τους ακούσεις! Κι αν σε κατάντησαν χωρίς ψυχή, χωρίς καρδιά, αναίσθητο, δες! Έχουν και το όνειρό τους αυτοί για να σου δείξουν! Κι ήταν πάντα ξεκάθαρο αυτό το όνειρο, όσο ο δρόμος που έχουν πάρει και σε θέλουνε δίπλα τους… 

Διασυνδέσεις 
(Εκτιμώμενος χρόνος ολοκλήρωσης επιχείρησης: 3 λεπτά και 15 δευτερόλεπτα,
στροφές: 26, στίχοι: 104, διαδρομή: με μέτρο, όφελος: διόρθωση στραβισμού)

“Φως ζητάνε τα χαϊβάνια
κι οι ραγιάδες απ’ τα ουράνια,
μα θεοί κι οξαποδώ
κει δεν είναι παραδώ. 

Αν το δίκιο θες, καλέ μου,
με το δίκιο του πολέμου
θα το βρεις. Οπού ποθεί
λευτεριά, παίρνει σπαθί.” 

Απόσπασμα από το ποίημα “Η μπαλάντα του Κυρ-Μέντιου” του Κώστα Βάρναλη, 1956. 

 

Υπό την επήρεια
(Εθιστική ουσία: Ζωή)

Πήρα τον δρόμο που δεν έχει γυρισμό και μόνος μου, αηδιασμένος από τους ανθρώπους, βρήκα συντρόφους μου χαμένους,
συντρόφους που είχε σκοτώσει το κτήνος και θεωρούσα νεκρούς ή… παντοτινά ηττημένους.
Είχα πιεί τόση ζωή που δεν το άντεχα, έκαιγε κάτι μέσα μου και μια φωνή μού ψιθύριζε “όρμα!”,
κι εγώ δεν είχα που να ορμήξω.
Μάχη δεν υπήρχε πια, είχαμε ηττηθεί στον πόλεμο, ήμουν απογοητευμένος, αλλά ήλπιζα,
και όπως όλοι οι ερωτευμένοι, περίμενα…
Μα η ζωή και η ευκαιρία δεν ερχόντουσαν ξανά, ή εγώ, λόγω της ήττας και των χαμένων συντρόφων, δεν τις έβλεπα.
Τυφλός από το πάθος όμως κι αυτήν την περίεργη, δυνατή φωτιά, έπινα κι άλλη ζωή…
Ζωή σε καπνό, ζωή σε κομμάτια, υγρή ζωή, και καμιά φορά άδεια ζωή από ζωή, μα… ευχάριστη.
Τι άλλο να έκανα; Κατάλαβέ με… Ούτε εσένα έβρισκα, ούτε τους άλλους συντρόφους μου.
Σου ζητώ ταπεινά να με καταλάβεις… 

Ο δρόμος δεν είχε γυρισμό, είπαμε, κι έτσι άρχισα να τρέχω να βρω νερό για τη φωτιά…΄
Έτρεχα και έτρεχα, μα το μόνο νερό που έπινα ήταν η αλμύρα του ιδρώτα μου στα χείλη.
Τι νόστιμο! Τι δροσερό νερό!
Μου θύμισε τις εποχές που, υπό την επήρεια της δίψας των τρελών για ζωή,
σκότωνα τους εχθρούς της νιότης.
Και πάλι καλά, έκανα τη σωστή επιλογή τότε,
γιατί η υποκειμενική μου άποψη για την οποία σκότωνα,
ήταν αντικειμενικά η σωστή. Πάλι καλά! 

Κι εκεί, καθώς έψαχνα νερό, βρέθηκαν στον δρόμο μου οπτασίες και ψευδαισθήσεις, και το όραμα της ουτοπίας με χαστούκισε.
Και δεν καταλάβαινα, καιγόμουν και διψούσα, και συνέχισε να με χαστουκίζει, ώσπου τα μάγουλα κοκκίνησαν πολύ,
κοκκίνησαν τα όνειρα, το είναι μου, τα λόγια μου,
τα άκουσαν όσοι σύντροφοί μου είχαν ξεμείνει και… με βρήκαν! 

Και τώρα γυρεύω τους υπόλοιπους για να θυμηθούμε τα παλιά. Να προλάβουμε να τα θυμηθούμε, πριν μας σκοτώσουν οι άλλοι που ποτέ δεν τα ξέχασαν.
Και γονατίζω μπρος στους νεκρούς, πολεμώ για τα παιδιά και αρπάζω κάθε ευκαιρία να κλάψω, ώστε να οργιστώ κι άλλο,
και τη ζωή να κάνω όνειρο επιτέλους μαζί με τους συντρόφους μου.
Μας αξίζει άλλωστε:

Χάσαμε έναν πόλεμο, πεθάναμε πολλοί,
τα όνειρα όμως δεν πεθαίνουν,
κι εμείς κουβαλάμε τα όνειρα…
Και να μας σκοτώσουν, τι θα κερδίσουν;
Θα ονειρευτούν οι επόμενοι!
Και μέχρι να γίνουν πραγματικότητα τα όνειρα,
θα τους στοιχειώνουν οι καιροί που οι ίδιοι φέρανε. 

 

Κώδικας ανατροπής
(Βασιλική εξίσωση: Κ=2νρ) 

Κάποια άστρα γεννήθηκαν μες στο μαύρο που απλώθηκε στη γη,
κι αυτά τα άστρα πεισματικά φωτίζουν στα μέρη του θανάτου,
και σιγά σιγά αυτά τα άστρα άρχισαν τις στράτες από μυαλό σε μυαλό,
και συνωμοτούν να απλώσουν παντού το φως τους. 

Από χέρι σε χέρι μοιράζουν τα σχέδια για το φωτεινό μέλλον,
και τα ψιθυρίζουν στους ανέμους να τα πάνε στις ψυχές των περήφανων,
των πολεμιστών της εποχής των ξεπεσμένων,
που διστάζουν από αγάπη να πιάσουν τα όπλα τους. 

Άστρα γεμάτα ζωή οργανώνονται για να κάνουν τη φύση να ανθίσει,
να έρθει η Άνοιξη επιτέλους, που όλοι απελπίστηκαν γιατί λείπει χρόνια,
και οι άνθρωποι να νιώσουν πάλι συγκίνηση και δέος, και να ανατριχιάσουν
μπρος στο συμπαντικό πρόταγμα των αξιών και των ιδανικών. 

Και η αγάπη πια δε θα διστάζει, θα θυμηθούν οι πολεμιστές τις ρίζες τους,
θα θυμηθούν πώς γυρίζει πάλι ο Ήλιος, πόσο ακριβή είναι η Άνοιξη,
και πως πάντα, πάντα, κόντρα στους καιρούς, πετάνε οι μαγεμένοι απ’ τη ζωή,
όταν στους καιρούς παραφυλάει ο θάνατος. 

Και θα νικήσουν, γιατί τα άστρα τούς φωτίζουν τον δρόμο… 

Κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν: 
(Γενετικός παράγοντας: Ιαπωνία)

ARTWORK: UESUGI KENSHIN WATCHING GEESE IN THE MOONLIGHT, YOSHITOSHI.

UESUGI KENSHIN WATCHING GEESE IN THE MOONLIGHT, YOSHITOSHI
Share:

You may also like

Comments

No Comments

Leave a comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *