Η εκρηκτική ερωτική ιστορία της Betty Blue
Αυτή τη φορά θα μιλήσουμε για τον έρωτα. Ο Ζoργκ και η Μπέττυ συναντιούνται όταν η προσωπική ιστορία του ενός είναι έτοιμη να υποδεχτεί την ιστορία του άλλου. Στο τρίωρο φιλμ του Γάλλου Jean-Jacques Beineix «Betty Blue» του 1986, χωράει ένας τρελός έρωτας και καλωσορίζει τον πραγματικά όμορφο κόσμο της αγάπης. Σε αυτόν που δεν μετριέται, δεν φοβάται, δεν αναλώνεται και δεν ξεφτίζει μπροστά στις δύσκολες προκλήσεις με τις οποίες έρχονται αντιμέτωποι οι ήρωες.
Η ιδιαίτερη και εκρηκτική Betty φαίνεται να νοηματοδότησε την ύπαρξη του 30χρονου Ζοργκ που, όπως της ομολογεί, «χρόνια περίμενε ένα νόημα στη ζωή». Αυτό κι αν είναι εξομολόγηση. Βέβαια, δε σταματά εκεί. Ο Jean-Hugues Anglade ενσαρκώνει έναν νέο άνδρα, με όλη την απλότητα αλλά και τη γενναιότητα της νιότης, δοτικό και εκφραστικό μέχρις εσχάτων. Ίσως η υποψία της συμβατικής ζωής του, που παρουσιάζεται στην αρχή της ταινίας, καταφέρνει να νικηθεί από τον τρελό και παλαβό έρωτα που νιώθει για την Μπέττυ, ξοδεύοντας όση τόλμη διαθέτει για να υπερασπιστεί την αγάπη του γι’ αυτήν, συναίσθημα που άλλωστε την απαιτεί.
Η απίστευτη φωτογραφία του Jean-François Robin, τουλάχιστον κατά το πρώτο μισάωρο της ταινίας, όχι μόνο σε κερδίζει αλλά σε κάνει να θέλεις να συμμετέχεις στο φιλμ, έστω και ως κομπάρσος, για να δεις από κοντά το απίθανο ηλιοβασίλεμα ή και να περιηγηθείς στον περιβάλλοντα χώρο του πρώτου σπιτιού του Ζοργκ και στηρίζει την ερωτική ιστορία των δύο πρωταγωνιστών. Ο Gabriel Yared από την άλλη, φρόντισε με την αξέχαστη μουσική του επένδυση να πλαισιώσει αριστοτεχνικά τα νοσταλγικά και τρυφερά πλάνα της ταινίας και τη σχέση των δύο ηρώων.
Η ευαίσθητη ψυχοσύνθεση της Μπέττυ και η σαρωτική παρουσία της στη ζωή του Γκοργκ, τον οδηγεί σε υπερβάσεις τις οποίες δεν υπονοείται με βεβαιότητα ότι θα ήταν ικανός να ακολουθήσει πριν την γνωρίσει. Ίσως γιατί η χημεία των δύο πρωταγωνιστών μεταφέρεται και στη σχέση των ηρώων, όταν αυτοί οι δύο άνθρωποι συναντιούνται, τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους αλλά και υπέροχα συμβατοί, κουμπώνοντας ο ένας στις αδυναμίες του άλλου και δημιουργώντας μια σχέση δυνατή και παθιασμένη, με αφοσίωση και αποκλειστικότητα που δεν ζητείται, αλλά που στον απόλυτο έρωτα θεωρείται αυτονόητη.
Ο Beineix δεν περιγράφει έναν αυτοκαταστροφικό έρωτα, αλλά μια άποψη βαθιάς και αληθινής αγάπης, που με κίνητρο την αγνότητα και την ουσία ενός τέτοιου συναισθήματος, ο Ζοργκ καταλήγει ηθικά κατεστραμμένος χωρίς να κρίνεται επιδοκιμαστικά. Δοσμένη, επίσης, ψυχή και σώμα, η Μπέττυ, η κατά κόσμον Beatrice Dalle –δεν θα μπορούσα να σκεφτώ καλύτερη για τον ρόλο– παραδέχεται ότι είναι
«ο άντρας της ζωής της»
σε ένα σενάριο αγάπης που στηρίζεται στη δική της παρουσία, στις εκκεντρικές αντιδράσεις της, στον τρόπο με τον οποίο υπηρετεί και υποστηρίζει το συναίσθημά της για τον Ζοργκ. Με την αθωότητα και την παρορμητικότητα της νεότητας, τον στηρίζει ηθικά και αναμοχλεύει από τα μουχλιασμένα συρτάρια τα όνειρά του, δείχνοντάς του την κατεύθυνση. Διαταραγμένη ψυχικά, θα έλεγε κανείς ότι αποτελεί μπελά για εκείνον, στην πραγματικότητα όμως, χρωματίζει τη ζωή του με τα πινέλα της αγάπης και τον καθοδηγεί επιτακτικά και διεκδικητικά σε απάτητα μονοπάτια.
Μπερδεμένη στο κυνήγι της χίμαιρας, η Μπέττυ ξεδιπλώνει όλο το συναισθηματικό της βάθος με αποδέκτη τον Ζοργκ, ο οποίος ανταποδίδει με αυτοθυσία και ρισκάροντας να χάσει σταθερές στη ζωή του, με αποκορύφωμα την συνείδηση και την ηθική του αυτάρκεια. Παρόλα αυτά, ο Ζοργκ εναρμονίζεται πλήρως με την αλλόκοτη συμπεριφορά της Μπέττυ, δημιουργεί ένα αόρατο τείχος προστασίας γύρω της και την ακολουθεί κυριολεκτικά και μεταφορικά στο καθαυτό ταξίδι του έρωτα χωρίς προορισμό, που στην ολοκλήρωση όμως της ταινίας, o κάθε ένας από τους δύο ήρωες βρίσκει το τέλος του, τον προορισμό του ή άλλως τη μοίρα του.
«Έμοιαζε άνθος με διάφανες κεραίες και μια μωβ πλαστική καρδιά»,
μας αφηγείται ο Ζοργκ για την Μπέττυ και σε άλλο σημείο της ταινίας τον βλέπουμε να δηλώνει με παροιμιώδη έκλυση συναισθήματος, κοιτάζοντας τα μάτια της: «είσαι ό,τι καλύτερο μου συνέβη ποτέ», παρακολουθώντας την υστερική της πορεία με υπομονή, αθόρυβα και χωρίς να του ζητηθεί, καθησυχάζοντάς την όταν πρέπει. Η εμμονική του συνοδεία στο ερωτικό ταξίδι των δύο στηρίχθηκε στη δύναμη της επιθυμίας, σε αυτήν που στην εμφάνισή της εξαφανίζεται κάθε ίχνος αδυναμίας ή δειλίας.
Στη στιγμή της κίτρινης Mercedes, ο Ζοργκ απευθύνεται στην Μπέττυ, λέγοντας «αποθέτω την τελευταία αναλαμπή του πολιτισμού μας στα πόδια σου», που με έναν τρόπο μοιάζει να θέλει να της προσφέρει όλο τον κόσμο στα πόδια της. Μπορεί σε ένα βαθμό να τα κατάφερε.
Comments
No Comments