Παράλληλες αναγνώσεις | Φοβάμαι, ταυρομάχε – Η αφηγήτρια ταινιών
Φοβάμαι, ταυρομάχε (2021), Πέδρο Λεμεμπέλ, μτφρ. Κώστας Αθανασίου, εκδόσεις Καστανιώτη
Η αφηγήτρια ταινιών (2020), Ερνάρ Ριβέρα Λετελιέρ, μτφρ. Λένα Φραγκοπούλου, εκδόσεις Αντίποδες
Δύο συγγραφείς από τη Χιλή. Δύο αναγνώσματα για αυτήν την υπέροχη, μυστηριώδη, μαρτυρική χώρα. Το πραξικόπημα του Πινοσέτ. Η ζωή πριν και η ζωή μετά. Οι μέρες και οι νύχτες, οι ανησυχίες και τα όνειρα στις φτωχογειτονιές του Σαντιάγο και στην πάμπα του νίτρου στην έρημο Ατακάμα. Οι ήρωες των δύο βιβλίων βρίσκουν κίνητρο να ζήσουν -διαφορετικό ο καθένας- σε έναν χωροχρόνο όπου η διαφορετικότητα κι η φτώχεια δεν είναι απλώς καταστάσεις ή συμβάντα ή συνθήκες. Είναι ταυτότητες που διαμορφώνουν την υφή του είναι τους.
Ο Πέδρο Λεμεμπέλ υπήρξε, κατά τον Ρομπέρτο Μπολάνιο,
«ο κατεξοχήν επαναστάτης της γενιάς του, που δεν γράφει ποίηση, αλλά η ζωή του είναι ένα παράδειγμα για τους ποιητές».
Υπήρξε ένας συγγραφέας «γλυκόπικρος», που συνδύασε την queer λογοτεχνία με το νεομπαρόκ και ξάφνιασε ευχάριστα τον μυημένο κόσμο προσφέροντας, ταυτόχρονα, ένα ανατρεπτικό ανάγνωσμα για τους αμύητους. Ίδρυσε την ομάδα «Οι Φοράδες της Αποκάλυψης» (Las Yeguas del Apocalipsis) και με μια σειρά φοβερά επιδραστικών περφόρμανς διεκδίκησε τα δικαιώματα της queer κοινότητας με ευαισθησία, ευρηματικότητα, γλώσσα αιχμηρή και βαθιές αλήθειες. Δήλωσε «ξεφωνημένη, φτωχή, κομμουνίστρια, αδερφή» που μεγάλωσε στις παραγκουπόλεις, έζησε σκληρά παιδικά χρόνια, τη διάκριση και τον αποκλεισμό, και κατάφερε με μεγαλοπρέπεια να κάνει τα πλήθη να αναφωνήσουν: «Pedro, amigo, el pueblo esta contigo». Ήταν σπουδαίος χρονικογράφος και διηγηματογράφος. Έγραψε τα χρονικά της πόλης του και σε κάθε λέξη τους αναδείχνεται το αθέατο, το κρυμμένο Σαντιάγο του στίγματος, του περιθωρίου, που σαρώνεται από τη φτώχεια και το AIDS. Το 2001 εκδόθηκε το πρώτο και μοναδικό του μυθιστόρημα, το «Φοβάμαι, ταυρομάχε», το οποίο θεωρείται πλέον κλασικό, καθώς αναπαριστά εναργώς μιαν ολόκληρη εποχή μέσα από τις διαδρομές της ηρωίδας του, της «Τρελής από απέναντι».
Αυτή η τελευταία ζει σ’ ένα σπίτι στερημένο από πολλές συμβατικές ανέσεις, αλλά με τη φαντασία της διανθίζει τη γωνιά της με χρώματα, στρας, πούπουλα και λάμψη. Τα έπιπλά της είναι κούτες σκεπασμένες με πολύχρωμα ρετάλια, που της φέρνει να φυλάξει ο Κάρλος, ο οποίος, μαζί με μια ομάδα εξεγερμένων ενάντια στο καθεστώς Πινοσέτ νέων, χρησιμοποιούν το σπίτι της ως κρησφύγετο. Βιοπορίζεται κεντώντας τραπεζομάντηλα για τις κυρίες της καλής κοινωνίας. Έτσι, συμπρωταγωνίστρια της «Τρελής» είναι η σύζυγος Πινοσέτ, για λογαριασμό της οποίας κεντά, κι ο ίδιος ο Πινοσέτ, εναντίον της ζωής του οποίου πραγματοποιείται ένα αποτυχημένο κίνημα από τον Κάρλος και την ομάδα του. Η «Τρελή από απέναντι» είναι ερωτευμένη με τον νεαρό Κάρλος και παρότι έχει συναίσθηση της φθοράς της γοητείας της που επέφερε ο χρόνος, συνεχίζει να εμμένει παράφορα αγαπώντας τον Κάρλος. Γίνεται, λοιπόν, συμμέτοχη και συνένοχη σ’ αυτήν τη συνομωσία κατά του δικτάτορα. Μια συνομωσία που εξακτινώνεται σε χιλιάδες σπουδαίες μικρές ρομαντικές στιγμές, σε τραγούδια, μουσικές, ρομάντζα, βόλτες στην εξοχή και παρά θίν’ αλός.
Πρόκειται για ένα βιβλίο που διαβάζεται υπό το πρίσμα της queer λογοτεχνικής κριτικής, αλλά ταυτόχρονα ένα βιβλίο για τη Χιλή του Πινοσέτ μέσα από το βλέμμα μιας περιθωριακής «αδερφής», τρελής και φτωχής, που έχει βαθιά επίγνωση της κοινωνικής συγκυρίας και ταξική συνείδηση, με μια γλώσσα λυρική, με ρυθμό στακάτο, που εκθέτει στην ανάγνωσή μας, από τη μια πλευρά, την περιθωριοποίηση και τη σεξουαλική διαφορετικότητα, κι από την άλλην, την κρατική καταστολή και την τρομοκρατία. Ο Λεμεμπέλ επιφορτίζει την αφήγησή του με συναίσθημα, χιούμορ, θυμό, έξαλλο ενθουσιασμό, τους ταραγμένους κι ιδρωμένους εφιάλτες του δικτάτορα σε αντιπαραβολή με τις ονειροφαντασίες της τρελής και την κομβική ένταξη των τραγουδιών, των
στίχων που λειτουργούν ως ενδείξεις της ψυχικής κατάστασης των ηρώων κι όχι απλώς ως ένα «μουσικό χαλί», ως soundtrack μιας ταινίας.
Το δεύτερο βιβλίο, τώρα, είναι μια νουβέλα του Ερνάρ Ριβέρα Λετελιέρ. Πρόκειται για έναν αναγνωρισμένο Χιλιανό συγγραφέα, που έχει δύο φορές τιμηθεί με το National Book Award της Χιλής, κατά τα έτη 1994 και 1996. Το πρώιμο έργο του αποτελείται κατ’ εξοχήν από ποιήματα και διηγήματα, αλλά έγινε γνωστός ως μυθιστοριογράφος. Στο έργο του αποτυπώνεται η σκληρή ζωή της εργατικής τάξης της Χιλής στα μεταπολεμικά χρόνια.
«Η αφηγήτρια ταινιών» είναι ένας ύμνος στον κινηματογράφο και την επίδρασή του στους κατοίκους μιας φτωχικής πάμπας στην έρημο Ατακάμα της Χιλής, που έχουν χάσει ήδη το κίνητρό τους για ζωή, πολύ πριν ο Πινοσέτ τους αποστερήσει από κάθε περαιτέρω προσδοκία κοινωνικής κινητικότητας ή έστω βελτίωσης των συνθηκών της ζωής τους. Ο Λετελιέρ μέσα στο σύντομο κείμενό του καταφέρνει με δεξιοτεχνία να προσφέρει στον αναγνώστη έναν ζωντανό «διάλογο» μεταξύ των τεχνών, καθώς εδώ η τέχνη του λόγου συνομιλεί με την τέχνη του κινηματογράφου, η οποία στα χρόνια της ιστορίας ήταν ένας τρόπος διαφυγής από τη σκληρή καθημερινότητα.
Η ιστορία: Ο πατέρας μιας μονογονεϊκής οικογένειας και τα παιδιά του λατρεύουν τον κινηματογράφο, αλλά πλέον δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να παρακολουθήσουν όλοι μαζί τις ταινίες. Η μητέρα έχει προ πολλού εγκαταλείψει την οικογένεια, για να κυνηγήσει το όνειρο μιας καριέρας στο τραγούδι και μιας καλύτερης ζωής. Γι’ αυτό παίρνουν την απόφαση να παρακολουθεί τις ταινίες η μοναχοκόρη της οικογένειας κι εκείνη να τις αφηγείται στα υπόλοιπα μέλη. Η αφηγήτρια, όπως αποδεικνύεται, διαθέτει ιδιαίτερο ταλέντο στην αφήγηση κι οι αφηγήσεις της επεκτείνονται, στην αρχή στη γειτονιά και στη συνέχεια στην κοινότητα. Το κορίτσι παρακολουθεί τις ταινίες και έπειτα το σπίτι μετατρέπεται σε σκηνή όπου η αφηγήτρια δίνει μιαν ιδιότυπη παράσταση εξιστορώντας με πανθομολογούμενη μαεστρία όσα απόλαυσε. Στο τέλος οι αφηγήσεις της αποκτούν μεγαλύτερο ενδιαφέρον από την ίδια την ταινία κι οι θεατές συρρέουν…
Στο πρώτο μέρος της αφήγησης η ηρωίδα σε πρώτο πρόσωπο -κι αυτή- εκδιπλώνει την τρυφερή οικογενειακή ιστορία της και τις υπέροχες κι εξόχως ρομαντικές αφηγήσεις ταινιών. Αντίθετα, στο δεύτερο μέρος ο χαρακτήρας της ιστορίας γίνεται έντονα δραματικός βαδίζοντας παράλληλα με τις δραματικές εξελίξεις στη Χιλή, τη δολοφονία του Αλιέντε, το πραξικόπημα Πινοσέτ και μιαν αναίσχυντη δικτατορία. Η ιστορία, λοιπόν, της αφηγήτριας γίνεται ένα καλειδοσκόπιο μέσα από το οποίο παρακολουθούμε τη ζωή και την καθημερινότητα των φτωχών Χιλιανών με μια πολιτική, ταξική ματιά.
«Στο σημερινό κόσμο της τεχνολογίας, μια αφηγήτρια ταινιών φαντάζει εξωπραγματική. Το σούρουπο, όταν φεύγουν με τ’ αμάξια τους για τις πόλεις τους, ξαναγίνομαι αυτό που είμαι: το φάντασμα ενός εγκαταλελειμμένου χωριού»,
εξομολογείται η ηρωίδα κι εγώ κλείνω το δεύτερο σε σύντομο διάστημα αναγνωσμένο βιβλίο για τη Χιλή και να τι ακριβώς νιώθω…
Νιώθω πως ο Λεμεμπέλ κι ο Λετελιέρ με χάρη, λεπτότητα, περισσή τέχνη, ευαισθησία κι ανθρωπιά μετακενώνουν στους αναγνώστες τους το άρωμα μια ολόκληρης εποχής, πριν την απότομη μετάβασή της στο σήμερα. Πρόκειται για μωσαϊκά ποίησης, μουσικής, ευωδιών και χρωμάτων όλου του φάσματος, από το μαύρο της πάμπας και το γκρι, το θολό κίτρινο του τεχνητού φωτός στη σκοτεινή κάμαρα της «Αφηγήτριας», μέχρι την πανδαισία των αποχρώσεων της «Τρελής από απέναντι».
Μου έμεινε μια αθεράπευτη νοσταλγία για συνθήκες άγνωστες εν πολλοίς στη γενιά μου κι η αφόρητη ανυπομονησία να ταξιδέψω κάποτε εκεί. Απόλυτη επιτυχία των συγγραφέων και τα δύο!
Υ.Γ.: Θαυμάσια η μετάφραση και το πλούσιο κι αναλυτικό επίμετρο του Κώστα Αθανασίου για το «Φοβάμαι, ταυρομάχε», καθώς κι η μετάφραση της Λένας Φραγκοπούλου για την «Αφηγήτρια ταινιών» και η παράθεση του κειμένου του Πάμπλο Νερούδα που «φωτίζει» τις συνθήκες ζωής στην πάμπα του νίτρου.
Comments
No Comments