influencemag.gr

Stumble upon the story | Υπόγειο | Χάρης και Πάνος Κατσιμίχας

«Μέχρι πού φτάνει το φως;»

με ρωτάς…

«Τους ήλιους δεν εμέτρησες
που σε ζητήσαν τόσα χρόνια.
Πού ‘σαι γυναίκα
με τα γαλάζια τσίνορα;

Σ’ έκρυψε στο φουστάνι της
η μαραμένη κοπέλα
πέντε χειμώνες σ’ έθαψαν
σε χιόνι λασπερό.

Μεγάλη νυχτερίδα τρέφεται
απ’ τη νιότη σου
γι’ αυτό νωρίς βραδιάζει
πριν χορτάσεις.
Το μεσημέρι καίει
στα ψηλά τα δώματα,
το κύμα του ξανθό
λούζει τους δρόμους.

Πεθαίνεις με τους ποιητές
κάθε ηλιοβασίλεμα.
Τα χέρια σου μυρίζουν
απ’ τα μαλλιά τους.
Χτυπάει η καμπάνα
που δεν πιστεύεις πια.
Σε ξένη αυλή συνομιλείς
με το φεγγάρι.

Σου ‘φερε ο Μιλόζ
φέτος την άνοιξη.
Την πείνα σου ποιος άλλος
μπορούσε να νοιαστεί;
Φουρτούνιασε τη γειτονιά
το φιλντισένιο αμάξι του.
Γίνου όμορφη, γίνου όμορφη,
στα περιβόλια θα σε δείξει.

Έχεις ένα χαμόγελο
από μαργαριτάρια,
ψαράδες Σικελοί
στο ταίριαξαν να το φοράς.
Ψάξε και βρες το
πριν σε κλείσει η νύχτα
σ’ ένα υπόγειο βαθύτερο
από τούτο»

ΧΑΡΗΣ ΚΑΙ ΠΑΝΟΣ ΚΑΤΣΙΜΙΧΑΣ

Η πρώτη φορά που μ’ «ακούμπησαν απαλά» οι παραπάνω στίχοι ήταν όταν άκουσα να τους τραγουδούν ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας. Ανήκουν στη Ρίτα Μπούμη-Παπά και αποτελούν το ποίημα της με τίτλο «Υπόγειο», που περιλαμβάνεται στην ποιητική της συλλογή «Καινούρια χλόη» (1952). Αποδόθηκαν ελεύθερα και μελοποιήθηκαν από τους αδελφούς Κατσιμίχα, δημιουργώντας το ομώνυμο τραγούδι, το οποίο συμπεριλήφθηκε στον δίσκο τους «Ζεστά Ποτά» το 1985 μαζί με άλλα αγαπημένα κομμάτια τους, όπως: «Για Ένα Κομμάτι Ψωμί», «Φάνης», «Προσωπικές Οπτασίες» και «Γέλα Πουλί Μου».

Ένα εκπληκτικό άλμπουμ που ηχογραφήθηκε εκ νέου και επανακυκλοφόρησε ως CD το 2015 από τον «Μετρονόμο», με τον τίτλο «Ζεστά Ποτά /30 Χρόνια Μετά».

Σε συνέντευξή του, ο Πάνος Κατσιμίχας έχει αναφέρει σχετικά με το τραγούδι «Υπόγειο»: «Ήταν Χριστούγεννα του 1980 κι έπειτα από πολλές περιπλανήσεις, είχα βρεθεί στην Αθήνα περιμένοντας να απολυθώ από τον στρατό. Μία απαίσια μέρα, σε ένα απαίσιο στρατόπεδο μού συνέβη ένα μικρό θαύμα! Ήμουν υπεύθυνος για την παραλαβή και τη διανομή της αλληλογραφίας της μονάδας μου κι ένα πρωί, κατέφθασε με το ταχυδρομείο ένα τεύχος του περιοδικού της Νέας Εστίας (τεύχος 1274). Ξεφυλλίζοντάς το βιαστικά, το μάτι μου έπεσε σε μια σελίδα, όπου υπήρχε το ποίημα «Υπόγειο» της Ρίτας Μπούμη-Παππά. Το διάβασα, έσκισα προσεκτικά το φύλλο και το έβαλα στην τσέπη μου. Μετά από 2-3μέρες που είχα έξοδο, είδα τον Χάρη και του έδωσα το ποίημα, λέγοντάς του: «Για κοίταξε εδώ, αυτό μπορεί να σε ενδιαφέρει». Στην επόμενη συνάντησή μας, μου είπε: «Έλα, σου έχω μια έκπληξη». Πήγαμε στην ταράτσα στο παλιό φοιτητικό μας δωμάτιο, πήρε την κιθάρα του και μου έπαιξε το Υπόγειο, όπως το ξέρετε».

Η στενή σχέση και το ενδιαφέρον των αδελφών Κατσιμίχα με την ποίηση συνοψίζονται, άλλωστε, και στο album τους με τίτλο: «Στους Ελαιώνες της Αγάπης», το οποίο περιέχει δεκαπέντε τραγούδια που αποτελούν όλα μελοποιημένα ποιήματα σπουδαίων Ελλήνων ποιητών, όπως: «Υπόγειο» (Ρίτα Μπούμη Παπά), «Η Μαϊμού» (Νίκος Καββαδίας), «Εχεμύθεια» και «Θεόφιλος Χατζημιχαήλ» (Ανδρέα Εμπειρίκου-με τη συμμετοχή της Έλλης Πασπαλά), «Ερωτικό Κάλεσμα» (Μενέλαος Λουντέμης), «Το Ωραίο Καλοκαίρι» (Αργύρης Χιόνης), «Του Έρωτα», «Παλιά Καλοκαίρια» και το «Δωμάτιο» (Λένα Παππά) κ.α.

ΡΙΤΑ-ΜΠΟΥΜΗ-ΠΑΠΠΑ-1-blackwhite
Ποια ήταν η λεπταίσθητη ποιήτρια Ρίτα Μπούμη-Παπά;

Η Ρίτα Μπούμη-Παπά (1906-1984) τοποθετείται χρονικά στους Έλληνες λογοτέχνες της γενιάς του μεσοπολέμου. Η γραφή της, ευαίσθητη, τρυφερή, συχνά μελαγχολική, χαρακτηρίζεται θεμελιωδώς από μια φυσιολατρεία, αλλά και έντονο το στοιχείο του πολιτικοκοινωνικού προβληματισμού, ιδίως στα μεταπολεμικά έργα της.

«Κυκλαδίτισσα από τη Σύρα

ήταν η Ρίτα Μπούμη-Παππά.

Μια λεπταίσθητη ποιήτρια,

τρυφερότατη κι εκφραστική,

με έντονη λυρική πνοή

και σπάνια εικονοπλαστική δεξιοσύνη»

γράφει για εκείνη ο Μάνος Χωριανόπουλος.

Η ίδια, σε ένα αυτοβιογραφικό της κείμενο που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «ΓΙΑΤΙ» το 1986, γράφει: «Ένιωθα -τότε- τόσο ασφυχτική την καταπίεση των κυβερνήσεων που κατεύθυναν οι Αμερικανοί ύστερα από τη στρατιωτική ήττα της αριστεράς, ώστε μού ήταν αδύνατο να συγκρατήσω την πέννα μου να γράφει, πλάγια, κρυφά, υπονοούμενα, με κείμενα ανοιχτά φιλελεύθερα, την ψυχική μου κατάσταση και το ανυποχώρητο του χαρακτήρα μου, που κρατάει από προπάππο Υδραίο μπουρλοτιέρη του ’21. Μέσα στην εφημερίδα που δούλευα η μόνη σχεδόν λογοκρισία που ασκούνταν εκ των ένδον, ήτανε στα γραφτά μου! «Προσέχετε τη Ρίτα» συνιστούσαν και οι δυο διευθυντές κάτω από τους οποίους υπηρέτησα σαν συντάκτης και συνεργάτης. «Προσέχετε τη Ρίτα, θα μας κλείσει!». Κι αληθινά, με πρόσεχαν μη βάλω στην πέννα μου τις λέξεις: «ελευθερία», «δημοκρατία», «αντίσταση». Και αν τις έβαζα από αβάσταγη λαχτάρα, ο αρχισυντάκτης μου Εαμίτης Θόδωρος Βώκος μού τις έσβηνε με όλη του τη θλίψη και την αγάπη. Με όλα αυτά τα «βιογραφικά» θέλω να προσημειώσω πως, εκτός από ποιήτρια που ήμουνα γνωστή στην Ελλάδα από το 1930, τώρα γινόμουνα γνωστή και από μια άλλη πλευρά, τη δημοσιογραφική». Η Ρίτα Μπούμη-Παπά εξέδωσε περισσότερες από 15 ποιητικές συλλογές, έγραψε επίσης διηγήματα κι ασχολήθηκε με την ταξιδιωτική λογοτεχνία. Ποιήματά της μεταφράστηκαν σε αρκετές ξένες γλώσσες και η ίδια μετέφρασε έργα γνωστών συγγραφέων, όπως ο Σάμιουελ Μπέκετ και ο Βίκτωρ Ουγκώ.

«Σου ‘φερε ο Μιλόζ
φέτος την άνοιξη.
Την πείνα σου ποιος άλλος
μπορούσε να νοιαστεί;»

Είναι μάλλον δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς έναν ή δύο μόνο στίχους από το «Υπόγειο». Ποιος είναι όμως ο «Μιλόζ που φέρνει την άνοιξη» στο ποίημα; Πρόκειται για τον Λιθουανό ποιητή Czeslaw Milosz (1911-2004). Κατατάσσεται μεταξύ των μεγαλύτερων προσωπικοτήτων της πολωνικής λογοτεχνίας του 20ου αιώνα και θεωρείται ένας από τους πιο σεβαστούς σύγχρονους ποιητές στον κόσμο, καθώς το 1980 τού απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας. «Εξόριστος από έναν κόσμο που δεν υπάρχει πια, μάρτυρας της ναζιστικής θηριωδίας και της καταστροφής της Πολωνίας, ο Milosz πραγματεύεται στην ποίησή του τα κεντρικά ζητήματα της εποχής: την επίδραση της ιστορίας στο ηθικό ον και την αναζήτηση τρόπων επιβίωσης από την πνευματική πτώχευση σε έναν κατεστραμμένο κόσμο».

«Πεθαίνεις με τους ποιητές
κάθε ηλιοβασίλεμα
τα χέρια σου μυρίζουν
απ’ τα μαλλιά τους.
Χτυπάει η καμπάνα
που δεν πιστεύεις πια,
σε ξένη αυλή συνομιλείς
με το φεγγάρι»

«Μέχρι πού φτάνει το φως;»

με ρωτάς…

Όσο υπάρχει η μουσική κι εκείνα τα ποιήματα που μας παρασύρουν αναπόδραστα σε ατέρμονες συνομιλίες με το φεγγάρι,

«μέχρι τα πιο

βαθιά υπόγεια!»

σου απαντώ…

ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ «ΥΠΟΓΕΙΟ» ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ:

«Τους ήλιους δεν εμέτρησες που σε ζητήσαν τόσα χρόνια
πού είσαι κόρη με τα γαλάζια τσίνορα;
Σ’ έκρυψε στο φουστάνι της η μαραμένη γυναίκα
πέντε χειμώνες σ’ έθαψαν με χιόνι λασπερό.

Βαθιά στη γη υποτάχτηκες όπως μια ρίζα
ψηλά τεντώνεσαι για να καλημερίσεις
ένα λουλούδι που βασιλεύει στον καιρό του
διψά η καρδιά σου για καινούργιο κάτοικο.

Μεγάλη νυχτερίδα από το φως σου θρέφεται
γι’ αυτό νωρίς βραδιάζει πριν χορτάσεις
στα ψηλά δώματα βόσκει το μεσημέρι
τους δρόμους καβαλίκεψε το ξανθό κύμα του.

Ύψος δεν έχει για τα δυο φτερά σου
να λιώσει η πάχνη να φωνάξει το αίμα σου,
ξέχασες την αφή που ‘χει ο ουρανός στην άνθισή του
από μια τρύπα διακονεύεις την αγάπη του.

Πεθαίνεις με τους ποιητές κάθε ηλιοβασίλεμα
τα χέρια σου μυρίζουν από τα μαλλιά τους
χτυπά η καμπάνα που δεν πιστεύεις πια
σε ξένη αυλή το φεγγαράκι δοκιμάζεις.

Μαδάς του ημεροδείχτη το πιστό τριαντάφυλλο
σε τόσο βάθος τρων σκουλήκια τον πατέρα σου
όμοια κι εδώ ακέρια μέρα δε χωρεί
κ’ είναι το φιλικό το βήμα απ’ άλλο κόσμο.

Σου ‘φερε ο Μιλόζ φέτος την άνοιξη
την πείνα σου ποιος άλλος να συλλογιστεί;
Φουρτούνιασε τη γειτονιά το φιλντισένιο αμάξι του
γίνου όμορφη στα περιβόλια θα σε δείξει!

Έχεις ένα χαμόγελο από μαργαριτάρια
ψαράδες Σικελοί το ταίριαξαν να το φοράς
ψάξε και βρες το πριν το κλειδώσει η νύχτα
σ’ ένα σεντούκι πιο βαθύ απ’ το δικό σου»

*[Ρίτα Μπούμη-Παπά, Άπαντα, τ.3, Εκδόσεις Καρανάση, Αθήνα 1981, σελ.141]

Share:

You may also like

Comments

No Comments

Leave a comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *