influencemag.gr

Στιγμιότυπα από τη ζωή και το έργο του Henri Cartier-Bresson, του φωτογράφου της διαίσθησης, του αυθορμητισμού και της «αποφασιστικής στιγμής»

«Το να τραβήξεις μια φωτογραφία σημαίνει να ευθυγραμμίσεις το μυαλό, το μάτι και την καρδιά. Είναι τρόπος ζωής!»  (Henri CartierBresson 

Ένα ταξίδι στο Παρίσι και το Φωτογραφικό Λεύκωμα «Paris Mon Amour» του JeanClaude Gautrand με ασπρόμαυρα στιγμιότυπα της πόλης, ήταν η πρώτη μου «γνωριμία» με τον Γάλλο Henri CartierBresson. Η χαρακτηριστική φωτογραφία του με τον Ελβετό γλύπτη Giacometti να διασχίζει τη «Rue d Alesia» μες στη βροχή. Ο Jean Paul Sartre στη «Γέφυρα των Τεχνών». Τα ατμοσφαιρικά κλικ του από το «Palais Royal» και τον «Jardin des Tuileries» κυκλωμένα απ’ την ομίχλη. Οι ρομαντικές λήψεις ζευγαριών που φιλιούνται στον «Βοτανικό Κήπο» και τα παριζιάνικα μπιστρό. Οι εικόνες από τον Μάη του ‘68. Οι φωτογραφίες του Bresson αποτυπώνουν αυθόρμητες στιγμές γεμάτες νόημα και μυστήριο και στο κέντρο τους βρίσκεται ο άνθρωπος. Το έργο του έμελλε να επηρεάσει πολλούς ομότεχνούς του ανά τον κόσμο κι απέσπασε πλήθος βραβείων και τιμητικών διακρίσεων.   
Portrait of Henri Cartier Bresson | Paris 1954 Kimura Ihei | | photo: Wikipedia

Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους φωτογράφους όλων των εποχών, έναν ουμανιστή, που με τις αυθόρμητες και βαθιά ανθρώπινες φωτογραφίες του συνέβαλε στην καθιέρωση του φωτορεπορτάζ ως μορφή Τέχνης. Στο πρώτο του βιβλίο «Images à la sauvette» εκφράζει την προσέγγισή του για τη φωτογραφία, γράφοντας: «Για εμένα η φωτογραφική μηχανή είναι ένα τετράδιο για σκίτσο, ένα εργαλείο διαίσθησης κι αυθορμητισμού, ο κυρίαρχος της στιγμής, η οποία με οπτικούς όρους ρωτά κι αποφασίζει ταυτόχρονα. Είναι με την οικονομία των μέσων, ο τρόπος που μπορεί να επιτύχει κανείς την απλότητα της έκφρασης».   

Ο Cartier-Bresson γεννήθηκε στις 22 Αυγούστου του 1908 στο Chanteloup της Γαλλίας, σε μία από τις πλουσιότερες οικογένειες της χώρας. Το 1927 διδάχτηκε ζωγραφική από τον André Lhote, έναν καλλιτέχνη που σχετίζεται με το Κυβιστικό Κίνημα. Ο Lhote τού εμφύσησε ένα δια βίου ενδιαφέρον για τη ζωγραφική, γεγονός που αποτέλεσε κρίσιμο παράγοντα για τη μετέπειτα εκπαίδευσή του. Το 1929 ξεκίνησε να σπουδάζει Λογοτεχνία και Ζωγραφική στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, ενώ το 1935 σπούδασε Κινηματογράφο με τον Paul Strantd.  

Ως παιδί, ο Henri είχε μυηθεί στα μυστικά της απλής φωτογραφικής μηχανής «Brownie». Αλλά πρώτη σοβαρή αφορμή να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο μέσο στάθηκε η επαφή του το 1930 με το έργο δύο σημαντικών φωτογράφων του 20ού αιώνα, του Eugène Atget και του Man Ray. Χρησιμοποιώντας ένα μικρό επίδομα ταξίδεψε στην Αφρική το 1931, όπου έζησε στην ύπαιθρο, καταγράφοντας τις εμπειρίες του με μια μικροσκοπική κάμερα. Εκεί κόλλησε τον «πυρετό του μαύρου νερού», γεγονός που κατέστησε αναγκαία την επιστροφή του στη Γαλλία. Η φορητότητα μιας μικρής κάμερας και η ευκολία με την οποία μπορούσε να καταγράψει στιγμιαία τις εντυπώσεις του μάλλον κέρδισε τον Cartier-Bresson, αφού το 1932 απέκτησε την πρώτη του Leica 35 mm. Η χρήση αυτού του τύπου κάμερας τού προσέφερε όχι μόνο τον αυθορμητισμό, αλλά και την ανωνυμία που ο ίδιος επεδίωκε. Τόσο πολύ επιθυμούσε να παραμείνει σιωπηλός ακόμη και αόρατος αν γινόταν- που κάλυπτε τα φωτεινά μέρη από χρώμιο της μηχανής του με μαύρη ταινία για να την κάνει λιγότερο ορατή. Μερικές φορές έκρυβε την κάμερα του κάτω από ένα μαντήλι!  

Η πρώτη κάμερα Leica του Καρτιέ-Μπρεσόν | photo: wikipedia

«Εκείνη την εποχή ανακάλυπτα τη Leica. Σ’ αυτή τη μηχανή, βρήκα ένα τέλειο εργαλείο για γρήγορα σκίτσα και την εξάσκηση του βλέμματος και της οπτικής πάνω στη ζωή. Πήγαινα σκαλίζοντας -δεν υπάρχει άλλη λέξη- οσμιζόμουν με την κάμερα, την οποία δεν άφηνα ποτέ από το χέρι μου. Το βλέμμα μου περνούσε τη ζωή από συνεχή ακτινογραφία. Τότε, αισθάνθηκα πολύ κοντά στον Proust όταν στο τέλος του βιβλίου του «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» λέει πως η ζωή, η πραγματική ζωή

που ξαναβρίσκεις πάλι, είναι η Λογοτεχνία. Για εμένα ήταν η Φωτογραφία! Το να φωτογραφίζω είναι ένας τρόπος κατανόησης του κόσμου, που δεν δύναται να διαχωριστεί από τα άλλα μέσα οπτικής έκφρασης. Είναι ένας τρόπος να φωνάζω, να απελευθερώνομαι, κι όχι να αποδεικνύω ή να επιβεβαιώνω την ιδιαιτερότητά μου. Είναι τρόπος ζωής!» (Henri Cartier-Bresson)

Στα περισσότερα από 40 χρόνια ενασχόλησής του με τη φωτογραφία, περιπλανιόταν συνεχώς σε ολόκληρο τον κόσμο. Ωστόσο, δεν υπήρχε τίποτα καταναγκαστικό για εκείνον στα ταξίδια του, παρά εξέφραζε ρητά την επιθυμία του να προχωρά αργά, να ζει «με τους σωστούς όρους» σε κάθε χώρα, να αφιερώνει χρόνο, ώστε να βυθίζεται πλήρως στο περιβάλλον.

Το 1937 ο Cartier-Bresson γύρισε την πρώτη του ταινία ντοκιμαντέρ με θέμα την ιατρική συνδρομή στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Το ίδιο έτος σηματοδότησε επίσης τις πρώτες φωτογραφίες που τράβηξε για ρεπορτάζ σε εφημερίδες και περιοδικά. Ο ενθουσιασμός του για την παραγωγή ταινιών εντάθηκε ακόμη περισσότερο όταν, από το 1936 έως το 1939, εργάστηκε ως βοηθός του σκηνοθέτη Jean Renoir στην παραγωγή των φιλμ «Une Partie de Campagne» και «La Règle du jeu». Ως φωτογράφος ένιωθε πως είχε ένα χρέος απέναντι στις σπουδαίες ταινίες που έβλεπε μικρός. Του έμαθαν, όπως έχει δηλώσει, να επιλέγει ακριβώς την εκφραστική στιγμή, την αφηγηματική άποψη.

Το 1940, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς. Δραπέτευσε το 1943 και κατόπιν εντάχθηκε σε μια γαλλική underground οργάνωση, με σκοπό την παροχή βοήθειας σε αιχμαλώτους και δραπέτες. Την ίδια περίοδο δημιούργησε μια σειρά από φωτογραφικά πορτρέτα καλλιτεχνών, όπως εκείνα των: Henri Matisse, Pierre Bonnard και George Braque και κατόρθωσε να απαθανατίσει -τις περισσότερες φορές στον ιδιωτικό τους χώρο- προσωπικότητες της παγκόσμιας ελίτ, από πολιτικούς και διανοούμενους μέχρι επώνυμους σταρ. Το 1945 φωτογράφισε την απελευθέρωση του Παρισιού και στη συνέχεια γύρισε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο «Le Retour» και θέμα την επιστροφή στη Γαλλία των απελαθέντων κι αιχμαλώτων πολέμου.

Αν και οι φωτογραφίες του Cartier-Bresson είχαν εκτεθεί το 1933 στην περίφημη γκαλερί «Julien Levy» στη Νέα Υόρκη, ένας ακόμη πιο σημαντικός φόρος τιμής τού αποδόθηκε το 1947 όταν μια ατομική έκθεσή του πραγματοποιήθηκε στο «Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης» της πόλης. Την ίδια χρονιά, σε συνεργασία με τον Αμερικανό φωτογράφο Robert Capa και τους: David Seymour, George Rodger, William Vandivert, Rita Vandivert και Maria Eisner ίδρυσε ένα διεθνές συνεργατικό φωτοειδησεογραφικό πρακτορείο, γνωστό ως «Magnum Photos», το οποίο πρόσφερε αναγνώριση σε μερικούς από τους πιο ταλαντούχους φωτορεπόρτερ της εποχής. Υπό την αιγίδα του Magnum, ο Cartier-Bresson επικεντρώθηκε στη φωτογραφία-ρεπορτάζ περισσότερο από ποτέ. Τα επόμενα χρόνια ταξιδεύοντας συνεχώς, βρέθηκε στην Ινδία, την Κίνα, την Αφρική, την Ινδονησία, το Μεξικό, την Αίγυπτο και την Ευρώπη, διασχίζοντας χιλιόμετρα και φωτογραφίζοντας. Μέρος του υλικού που τραβήχτηκε τη δεκαετία του 1950 αποτέλεσε το θέμα πολλών βιβλίων του που εκδόθηκαν μεταξύ του 1952 και του 1956, τα οποία συνέβαλαν στο να εδραιωθεί η φήμη του Cartier-Bresson ως δεξιοτέχνη της φωτογραφίας.

Το πιο γνωστό από αυτά, το «Images à la sauvette (1952, The Decisive Moment)», συνοψίζει ίσως την πιο περιεκτική και σημαντική δήλωση του Cartier-Bresson σχετικά με το νόημα, την τεχνική και τη χρησιμότητα της φωτογραφίας. Ο τίτλος αναφέρεται σε μια κεντρικής σημασίας ιδέα στο έργο του, την «αποφασιστική στιγμή- την άπιαστη, μαγική αυτή στιγμή που ο κόσμος βρίσκεται σε φαινομενική τάξη και νόημα και μπορεί να συλληφθεί και να αποτυπωθεί με εξαιρετική σαφήνεια από έναν προικισμένο φωτογράφο». Μεταγενέστερα βιβλία του περιλαμβάνουν τα «Cartier-Bresson’s France» (1971), «The Face of Asia» (1972), το «About Russia» (1974) κ.ά.

henri cartier bresson | calle-cuauhtemoctzin mexico city

Ο Cartier-Bresson τιμήθηκε ιδιαιτέρως από τη χώρα του το 1955, όταν μία προσωπική αναδρομική του έκθεση 400 φωτογραφιών πραγματοποιήθηκε στο «Musée des Arts Décoratifs» στο Παρίσι. Στη συνέχεια, οι φωτογραφίες του παρουσιάστηκαν και σε άλλα μέρη της Ευρώπης, στις Ηνωμένες Πολιτείες και στην Ιαπωνία, πριν κατατεθούν τελικά στην Εθνική Βιβλιοθήκη (National Bibliothèque) του Παρισιού. Ο Γάλλος σκηνοθέτης Louis Malle έχει δηλώσει ότι κατά τη διάρκεια της φοιτητικής εξέγερσης στο Παρίσι τον Μάη του ‘68, ο Cartier-Bresson εμφανίστηκε με τη φωτογραφική του μηχανή και, παρά τις εκρήξεις που σημειώνονταν, τράβηξε φωτογραφίες με ρυθμό μόνο τέσσερις ανά ώρα.

Επισκέφθηκε την Ελλάδα αρκετές φορές και, λόγω της στενής φιλίας που τον συνέδεε με τον Στρατή Ελευθεριάδη-Τεριάντ, συνάντησε μεταξύ άλλων τον Τσαρούχη, τον Ελύτη και τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Οι πιο γνωστές φωτογραφίες από τα ταξίδια του στη χώρα μας είναι εκείνη που τράβηξε στην Αθήνα στην οδό Ασωμάτων (με τις δύο γιαγιάδες και το νεοκλασικό με τις Καρυάτιδες) και βεβαίως το γνωστό στιγμιότυπο με το κοριτσάκι που τρέχει στα σκαλοπάτια σε ένα γραφικό στενάκι της Σίφνου.

«Οι φωτογράφοι καταπιάνονται με πρόσωπα και πράγματα που διαρκώς εξαφανίζονται, και όταν εξαφανιστούν, δεν υπάρχει κανένας νόμος της φύσης που να μπορεί να τα φέρει πίσω»,

είχε πει κάποτε εξηγώντας τη σημασία του να πατήσεις το «σωστό κλικ την κατάλληλη στιγμή».

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο Cartier-Bresson άρχισε να επικεντρώνεται στη δημιουργία κινηματογραφικών ταινιών, συμπεριλαμβανομένων των «Impressions of California» (1969) και «Southern Exposures» (1971). Πίστευε ότι η στατική φωτογραφία και η χρήση της σε εικονογραφικά περιοδικά είχε αντικατασταθεί σε μεγάλο βαθμό από την τηλεόραση. Εξάλλου, πάντοτε απέφευγε να εκτυπώνει τις λήψεις του πεπεισμένος ότι οι τεχνικές απαιτήσεις της φωτογραφίας τού αποσπούσαν την προσοχή. Για τον ίδιο λόγο δε χειριζόταν ο ίδιος την κάμερα όταν σκηνοθετούσε τα γυρίσματα των ταινιών του.

Η μηχανή του Leica -το σημειωματάριό του, όπως την αποκαλούσε- τον συνόδευε όπου κι αν πήγαινε, ενώ η ενασχόλησή του με τη ζωγραφική τού επέβαλε να κρατά πάντοτε ένα μικρό μπλοκ σκίτσου. Για τον μοναδικό Cartier-Bresson, υπήρχε ένα είδος  «κοινωνικού υπαινιγμού» στην κάμερα. Για εκείνον, η φωτογραφία παρείχε ένα μέσο για τη διατήρηση του πραγματικού και του ανθρώπινου κόσμου, σε μια ολοένα και περισσότερο υλιστική εποχή!

Από το 1968 κι έπειτα ο Henri επικεντρώθηκε στο σχέδιο και τη ζωγραφική, που για εκείνον αποτελούσαν «ένα είδος διαλογισμού». Το 1970 παντρεύτηκε την επίσης φωτογράφο Martine Franck (ο δεύτερος γάμος για εκείνον), με την οποία απέκτησε μια κόρη. Το 2003 ίδρυσε το «Henri Cartier Foundation», μια γκαλερί τέχνης μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με κύριο σκοπό τη διατήρηση κι ανάδειξη του δικού του έργου, αλλά και της συζύγου του. Έφυγε από τη ζωή στις 3 Αύγουστου του επόμενου έτους, λίγες ημέρες πριν τον εορτασμό των 96ων γενεθλίων του, έχοντας επιτύχει κατά τη διάρκεια της πορείας του να καταγράψει διαισθητικά, σχεδόν «ποιητικά», καθοριστικά στιγμιότυπα της ανθρώπινης ζωής παγκοσμίως!

«Δεν ξέρω αν η φωτογραφία είναι -ή όχι- τέχνη. Ξέρω ότι είναι ένα μέσο που σε βοηθά να κατανοήσεις. Η φωτογραφία είναι ένα είδος νοημοσύνης!»

Share:

You may also like

Comments

No Comments

Leave a comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *