«ΑΤΙΤΛΟ»
«Για τον Μάριο Μπόρα, η Ηλέκτρα μετά την αποτρόπαια πράξη βυθίζεται στο έρεβος και γίνεται ένα με τον θάνατο. Στο έργο του βλέπουμε τη φιγούρα του θανάτου να περιπλανάται ανάμεσα σε γυμνά δέντρα, την Ηλέκτρα να βουλιάζει μέσα σε ένα σκοτεινό βυθό και ενδιάμεσα μια σκηνή-flashback στις εντάσεις του οικογενειακού της περιβάλλοντος. Το σχέδιο θυμίζει εικονογράφηση παραμυθιού και είναι αυστηρό, λιτό και μονόχρωμο, αποδίδοντας την έννοια του πένθους.»
Αθηνά Εξάρχου, Δρ ιστορίας της τέχνης
INNER VIEW
Χαρά Ευδαίμων
Στο έργο σου η κορυφαία μορφή της Ηλέκτρας, ένα πρόσωπο βαθιά τραγικό, αποτιμώντας την εκδικητική πράξη της αντιλαμβάνεται ότι όχι μόνο δε λυτρώθηκε από τον φόνο του κακοποιητή της, αλλά η υπαρξιακή της πλευρά πέθανε με τnν τέλεση του εγκλήματος. Τι συνέβη, όταν αναδύθηκε το σκοτάδι που έκρυβε μέσα της; Μήπως ο θάνατος είναι τελικά η λύτρωση;
Για να μπορούμε να βλέπουμε τα πράγματα όπως είναι, πρέπει να κοιτάζουμε πέρα από αυτά ή διαμέσου αυτών. Έτσι, μπορούμε ακόμα και να βιώσουμε τα πράγματα στην αληθινή τους ένταση και έκταση. Να τα αποδομούμε και να λυτρωνόμαστε από όσα μας κάνουν να υποφέρουμε. Ωστόσο, η ψυχική απαγκίστρωση από οποιαδήποτε κατάσταση συνήθως έχει ως τίμημα την εσωτερική ανασφάλεια που συμπορεύεται με την ανασφάλεια περί της ιδίας της ύπαρξης του ατόμου. Αυτό που συνέβη στην ηρωίδα, όταν αναδύθηκε το σκοτάδι που έκρυβε μέσα της, ήταν ένας διασκελισμός του συνόρου μεταξύ της ύπαρξης και της μη ύπαρξης. Μιας μη ύπαρξης στο πλαίσιο της οποίας όλα επιτρέπονται, αλλά δεν είναι εμφανή και εκδηλώνονται ως αιώνια ενοχή που δρα αυτοπεριοριστικά και, συνεπώς, μη λυτρωτικά. Παύει να ισχύει το βλέμμα το δικό της, του άλλου, όλων.
«Έχω αρχίσει να γίνομαι αυτό που φοβάμαι πιο πολύ, ο ίδιος ο θάνατος». Μεγάλη κουβέντα βάζει στο στόμα της ο εμπνευστής αυτής της υπόθεσης… Ο φόβος του θανάτου αποτελεί ίσως την πιο σκοτεινή πλευρά της ύπαρξής μας, καθότι ο τρόπος με τον οποίο εκλαμβάνουμε το επερχόμενο τέλος εξαρτάται από το πώς βιώνουμε την ίδια τη ζωή. Άραγε όταν κάποιος δε συλλαμβάνει το μεγαλείο της ζωής, γιατί να τον απασχολεί ο θάνατος;
Αυτό που από κάθε άποψη συνιστά βασική προϋπόθεση του ατόμου που είναι αρκετά ενεργό στη ζωή του, ώστε να συνεχίσει να ενεργεί, είναι η μη αγκυλωτική συμβίωση με τον άλλον. Χειροτέρα δε, όταν η συμβίωση δομείται κακοποιητικά, προκύπτει μια συνθήκη που παροξύνει την αλληλομαχία με τον εαυτό μας, ο οποίος επιτρέπει την ανοχή της κακοποίησης. Το άτομο που βασανίζεται ολοένα και περισσότερο από αυτήν τη συνθήκη όχι μόνο δεν είναι σε θέση να συλλάβει το μεγαλείο της ζωής, αλλά κινδυνεύει να οδηγηθεί σε ανεπανόρθωτες διαταραχές -και κατ’ εξοχήν τότε- ως η πλέον σημαντική αιτία προβάλλεται η φοβία του θανάτου.
Το αιώνιο κενό που αφήνει ο θάνατος του εαυτού, διαλύει την ηγεμονικότητά του και το άτομο μένει ανυπεράσπιστο στην έρημό του αγνοώντας αν το απασχόλει οτιδήποτε.