Share
Γεννημένος στον Πειραιά το 1962, ο Μιχάλης Κόκκινος ταξίδεψε και έζησε σε διάφορες πόλεις, όπως η Λοζάνη, η Ζυρίχη, οι Βρυξέλλες, το Μόναχο, η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Σαντορίνη και τα Ιωάννινα. Σπούδασε ζωγραφική, μουσική και σύνθεση, καθώς επίσης και δημοσιογραφία στο Μόναχο της Γερμανίας. Πρώτος του δάσκαλος στη ζωγραφική υπήρξε ο παππούς του, ο διακεκριμένος γλύπτης Μιχαήλ Γ. Κόκκινος (1900-1990). Οι ώρες που περνούσε μαζί του στο ατελιέ του ως παιδί, τα έργα και οι διδαχές του αποτέλεσαν αφορμή και έμπνευση για τον ίδιο και τη μετέπειτα καλλιτεχνική του πορεία. Το ανήσυχο πνεύμα του Μιχαήλ Κόκκινου τον οδήγησε επίσης στο δημιουργικό μονοπάτι της μουσικής κι έτσι, το 2000 κυκλοφορεί σε CD τον ορχηστικό του κύκλο «ΩΚΕΑΝΟΣ», μία σύνθεση για βιολί, βιόλα, βιολοντσέλο και κοντραμπάσο.
Ως γνήσιος καλλιτέχνης «της ψυχής» καταπιάστηκε και με τη συγγραφή, γράφοντας ποιήματα και έχοντας εκδώσει μέχρι σήμερα δέκα τρία βιβλία. Ωστόσο, οι παιδικές του μνήμες φαίνεται πως τού εμφύσησαν μια ιδιαίτερη ροπή προς την εικαστική τέχνη.
Έργα του έχουν εκτεθεί σε αρκετές πόλεις, όπως: Παρίσι, Βρυξέλλες, Μόναχο, Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Λουτράκι, Καρδίτσα, Ιωάννινα κ.α. Μέχρι σήμερα έχει στο ενεργητικό του 8 ατομικές εκθέσεις, ενώ έχει συμμετάσχει σε 18 ομαδικές. Επιπρόσθετα, υπήρξε ιδιοκτήτης αρκετών εκδοτικών οίκων, αλλά και της «Kokkinos Gallery», καθώς επίσης και διευθύνων σύμβουλος στο «Μουσείο Μιχαήλ Γ. Κόκκινου- Πολιτιστικός Οργανισμός Καλύμνου». Τα τελευταία χρόνια διδάσκει ζωγραφική στο ατελιέ του στα Ιωάννινα και είναι συντάκτης στο ηλεκτρονικό περιοδικό Λόγου & Τέχνης «Perithorio Mag». Σε μια όμορφη συζήτηση μαζί του, θυμάται τα παιδικά του χρόνια δίπλα στον παππού του και μας μιλά για τον ίδιο, το έργο του και τις καλλιτεχνικές του επιρροές.
INNER VIEW
Χαρά Ευδαίμων
Υπήρξε καθοριστική για εσένα η στιγμή που πήρες την απόφαση να πορευτείς ως καλλιτέχνης;
Μεγάλωσα μέσα στα ατελιέ του παππού μου, του γλύπτη Μιχαήλ Γ. Κόκκινου. Οι πρώτες εικόνες που έχω σαν παιδί από την βαθιά προσχολική μου ηλικία είναι ο πηλός, η πλαστελίνη, τα εργαλεία της γλυπτικής, τα μοντέλα. Σε ηλικία πέντε ετών, ξεκίνησα τα πρώτα μου δειλά μαθήματα στο πιάνο. Το πρώτο μου συνειδητοποιημένο λάδι το ζωγράφισα όταν ήμουν μόλις 11 χρονών, ενώ το πρώτο μου ποίημα με τίτλο «Κι όταν», το οποίο κλείνει και την πρόσφατη ποιητική μου συλλογή «Εννέα Στάλες», το έγραψα 14 ετών. Νομίζω δεν θα μπορούσα να έχω υπάρξει κάτι άλλο στην ζωή μου, παρά μονάχα καλλιτέχνης.
Έχεις πραγματοποιήσει σπουδές δημοσιογραφίας, ζωγραφικής και μουσικής. Ποιο χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς σου θεωρείς ότι έχει συμβάλει περισσότερο στην καλλιτεχνική σου καταξίωση;
Θεωρώ ότι είμαι ένα μάτσο από παραδοξότητες και αυτό-αναιρέσεις. Η μουσική, η ζωγραφική, η συγγραφή βράζουν για εμένα με το ίδιο πάθος, στο ίδιο «καζάνι». Όμως, κάποια στιγμή έπρεπε να δώσω ένα στίγμα, μια «κοινωνική ταμπέλα»… Το «ποιος» επιτέλους είναι ο Κόκκινος… Έτσι, δούλεψα περισσότερο την εικόνα μου σαν ζωγράφος. Συνεπώς, απαντώντας στην ερώτηση σας, θα έλεγα ότι είμαι, εάν όχι ένας καταξιωμένος, ένας αναγνωρίσιμος ζωγράφος.
Πρώτος σου δάσκαλος υπήρξε ο παππούς σου, ο γλύπτης Μιχαήλ Γ. Κόκκινος (1900-1990), του οποίου το έργο έχει λάβει διεθνώς υψηλότατες διακρίσεις. Εκτός της καλλιτεχνικής του διδαχής, με ποιο άλλο εφόδιο σε «εξόπλισε», το οποίο σε ακολουθεί έως σήμερα;
Τα μάτια του ήταν κυανά. Μου ήταν πάρα πολύ δύσκολο να τον κοιτάζω κατάματα. Αυτά όμως τα μάτια, πέραν της αυστηρότητας, φλόγιζαν μια απίστευτη ευγένεια και ταπεινοφροσύνη. Γνώριζε καλά ότι χωρίς την αρετή και την εναρμόνισή μας με την φύση η ζωή είναι μάταιη. Μου έμαθε πως οτιδήποτε ζει με την αρετή και την τέχνη,
ο θάνατος δεν μπορεί να τα χωρίσει. Μου χάρισε λοιπόν, θα έλεγα, την ασπίδα προκειμένου να αντιμετωπίζω τη ματαιοδοξία, την κακεντρέχεια και την ασχήμια.
Αν είχες την ικανότητα να ταξιδέψεις στον χρόνο, σε ποιο καλλιτεχνικό κίνημα θα μεταφερόσουν; Αντίστοιχα, με ποιον καλλιτέχνη του παρελθόντος θα ήθελες να συμπράξεις δημιουργικά;
Εάν εξαιρέσουμε τα ιερά τέρατα της Αναγέννησης, αναμφίβολα θα ήθελα να ζήσω στα μέσα του 19ου με αρχές του 20ου αιώνα .Τότε που οι καλλιτέχνες κάλπαζαν πάνω στην αστραπή. Τι να πρωτο-υμνήσω και να θυμηθώ; Τους ιμπρεσιονιστές, τους μετα-ιμπρεσιονιστές, τους φοβ, τους εξπρεσιονιστές, τους συμβολιστές, τους ρομαντικούς; Η λίστα της εποχής εκείνης δεν έχει τέλος… Όμως, θα ήθελα πολύ να βρισκόμουν στο ατελιέ του Ευγένιου Ντελακρουά, τον πρόδρομο του ιμπρεσιονισμού, αλλά και στο ατελιέ του Γκυστάβ Κουρμπέ.
Έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα δεκατρία βιβλία σου. Μπορούμε να αναφέρουμε ενδεικτικά: «Το Ζεϊμπέκικο», « Κι εκείνη είπε, όχι…» και « Sti Michaela », τα οποία έχουν μεταφραστεί αντίστοιχα στα γερμανικά, γαλλικά και αγγλικά. Θεωρείς τη γραφή καλλιτεχνική ή πνευματική ενασχόληση;
Έχει πράγματι πολύ ενδιαφέρον η ερώτησή σου! Αγγίζει ένα ιδιαίτερα λεπτό όριο. Αυτό μεταξύ της ψυχής και του πνεύματος. Ναι, είναι αλήθεια… Υπάρχουν κορυφαίοι πνευματικοί άνθρωποι, οι οποίοι δεν είναι καθόλου καλλιτέχνες και το αντίστροφο. Μιλώντας για εμένα, θα έλεγα ότι, όσον αφορά οτιδήποτε έχω συγγράψει, πρώτα βουτούσε η πένα μου στο κόκκινο μελάνι της ψυχής μου και μετά στο ουδέτερο άσπρο μελάνι του πνεύματός μου.
Ένας πίνακας ζωγραφικής θα μπορούσε να αφηγηθεί -μέσω της οπτικοποίησης- μια ιστορία, στον βαθμό που θα μπορούσε αντίστοιχα ένα βιβλίο ή ένα τραγούδι;
Μονολεκτικά, οπωσδήποτε! Μην ξεχνάμε, μια εικόνα είναι χίλιες λέξεις. Στη δική μου περίπτωση, κάθε πίνακας μου έχει και μια κρυμμένη ιστορία να διηγηθεί. Θα μπορούσε κάλλιστα να μεταφερθεί και να ειπωθεί και σαν διήγημα…
Με βάση και τη δημοσιογραφική σου ιδιότητα, θεωρείς ότι ένας καλλιτέχνης θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως όπλο ιδεολογικής ή πολιτικής προπαγάνδας; Αν ναι, έχεις κάποιο παράδειγμα που θα επιθυμούσες να μοιραστείς μαζί μας;
Ναι, (δυστυχώς ή ευτυχώς) βέβαια. Χαρακτηριστικά αναφέρω το ρεύμα/ τη γενιά της «Ρωσικής πρωτοπορίας» που αναπτύχθηκε κατά την περίοδο 1910-1930, αλλά στην πλειονότητά της δεν μπόρεσε να κάνει κτήμα της τη θεωρία του επιστημονικού κομμουνισμού. Αντίθετα, η συμβολή της στην εξέλιξη της τέχνης με τολμηρές ιδέες και εφαρμογές έχει πλέον ιστορική σημασία.
Η ζωγραφική ονομάζεται «εικαστική» τέχνη αφού, ως γνωστόν, «εικάζει» κάτι από την πραγματικότητα. Ποια είναι η εσωτερική πραγματικότητα του Μιχάλη Κόκκινου και πώς εξωτερικεύεται σε έναν -τελικά- φανταστικό κόσμο;
Είμαι άνθρωπος που ζει με τις ψευδαισθήσεις του, και τις αγαπάει και τις καλλιεργεί. Η πραγματικότητα είναι σαν την ίδια τη ζωή. Βίαιη, άδικη και αχάριστη. Μόνο λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι η πραγματικότητα –η ζωή μας ολάκερη– είναι ανυπόφορη και δύσκολη, τότε μόνον τις στιγμές ευτυχίας που έρχονται ή θα έρθουν, θα τις βιώσουμε αληθινά με πάθος και ευλογία. Υμνώντας το καλό που οφείλουμε στον ουρανό. Μέσα από τη βαθιά, την κατεργασμένη θλίψη και τον πόνο ανδρώνεται η νηνεμία…
Για ποιο κομμάτι του έργου σου θα ήθελες να μείνεις αλησμόνητος;
Θα επιθυμούσα να μείνω αλησμόνητος μέσα στις καρδιές των ανθρώπων εκείνων που -έστω λίγο- με αγάπησαν. Όμως, για να γίνω πιο συγκεκριμένος, δεν είμαι σε θέση να απαντήσω, γιατί δεν αισθάνομαι ότι έχω ολοκληρώσει το έργο μου. Ακόμη γράφω το βιβλίο της ζωής μου. Είτε αυτό αφορά το καλλιτεχνικό μου έργο είτε την πορεία και την εξέλιξή μου σαν άνθρωπος.
Ποιος είναι ο σημερινός σημαντικότερος στόχος της καριέρας σου; Τι μας επιφυλάσσεις στο μέλλον;
Στόχος μου είναι να μπορώ να συνεχίσω να εμπνέομαι από την άσπρη νιφάδα του χιονιού που καίγεται στην κόκκινη κόλαση, και να είμαι σε θέση να δημιουργώ και να ερωτεύομαι. Όσο για το τι μού επιφυλάσσει το μέλλον, θα χρησιμοποιήσω τα λόγια του Jim Morrison: «Το μέλλον αόρατο και το τέλος πάντα κοντά…»
Ευχαριστούμε μέσα από τη καρδιά μας! Εις το επανιδείν!
Σας ευχαριστώ πολύ!