Osamu Dazai | No Longer human
Δεν ήμουν πια άνθρωπος (2022), Osamu Dazai, μτφρ. Στέλιος Παπαλεξανδρόπουλος, εκδόσεις Gutenberg.
Δεν είναι ένα καινούργιο, σύγχρονο βιβλίο αυτό. Η πρώτη έκδοσή του ανάγεται πίσω στο 1948. Είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα αρχετυπικό βιβλίο για τη μοναξιά και την επιδίωξή της, την απόλυτη μακάρι απομάκρυνση από τον κόσμο, την απόφαση της απόλυτης ιδιώτευσης. Όμως γιατί; Γιατί αυτή η απαίτηση;
Ο ήρωας του βιβλίου αφηγείται την ιστορία του σε α΄πρόσωπο με εντυπωσιακή αληθοφάνεια και πάντως με έναν έντονα βιωματικό τρόπο, ώστε όλο το φάσμα των στιγμών, των βιωμάτων, των συναισθημάτων και των συγκρούσεων να αφορά έμμεσα την αναγνώστρια και τον αναγνώστη. Ο ήρωας αυτός φοβάται τους ανθρώπους, γι’ αυτό δια ροπάλου, με ζέση και με όλο το πάθος της ύπαρξής του αποκηρύσσει τον συσχετισμό μαζί τους. Σταδιακά ο ήρωας βυθίζεται σε ένα σύμπαν εσωστρέφειας, ανακύκλησης και αυτοκαταστροφής, από όπου φαίνεται αδύνατο, αλλά και όχι επιθυμητό, να ξεφύγει.
Ο ήρωας συναγελάζεται ενίοτε μονήρεις δευτερεύοντες ήρωες, όχι τόσο για να συσχετιστεί ουσιωδώς μαζί τους, αλλά περισσότερο για να επιβεβαιώσει τη μοναξιά του. Αυτά τα πρόσωπα είναι αποσυνάγωγοι, άνθρωποι που κινούνται στο περιθώριο, όσες κι όσοι δεν αγκαλιάστηκαν στ’ αλήθεια, δε φιλήθηκαν αγαπητικά, γι’ αυτό περιφρουρούν την ψυχή τους, θωρακίζουν ερμητικά τα συναισθήματά τους και θέλουν, προτιμούν, επιθυμούν να είναι μόνοι και θυμίζουν σε αυτό τον Μερσώ από τον εμβληματικό «Ξένο» του Αλμπέρ Καμύ. Στην αρχή είναι μοναξιά λόγω φόβου και μετά δέρμα που το φορούν οι ήρωες, μια επιλεγμένη μοναχικότητα.
Ο νεαρός Όμπα Γιόζο, ο πρωταγωνιστής είναι ένα πλάσμα δισυπόστατο. Εξωτερικά, στην αρχή τουλάχιστον, μια φιγούρα κλόουν, μια γκροτέσκα κι ολωσδιόλου χαρωπή κι ευδιάθετη φιγούρα, που με το σκώμμα και το χιούμορ μπορεί να γίνει το επίκεντρο της συντροφιάς. Εσωτερικά διαλυμένος, αλλοτριωμένος από τους ανθρώπους, που βρίσκει ένα κίβδηλο καταφύγιο στις ουσίες, στο αλκοόλ και σε ανθρώπους – ράκη ή πλήρως αφερέγγυους τυχοδιώκτες.
Μήπως όμως να είναι κι ο Γιόζο ένας τέτοιος τυχοδιώκτης; Ένας μηδενιστής τυχοδιώκτης;
Διαβάζοντας την πλήρως διαφωτιστική εισαγωγή και θραύσματα από τη ζωή του συγγραφέα κατανοεί κανείς ότι πρόκειται για μια νουβέλα διανθισμένη με περιστατικά της ζωής του συγγραφέα, εν πολλοίς αυτοβιογραφική, με κάποια στοιχεία μυθοπλασίας. Ο ίδιος ο συγγραφέας έφτασε στο απονενοημένο διάβημα όταν ήταν τριάντα εννιά χρονών, αφού πρώτα εγκατέλειψε τη γυναίκα του κι το παιδί του για μιαν άλλη γυναίκα, και μάλιστα την περίοδο που η φήμη του εξαπλωνόταν στην Ιαπωνία.
Η σταδιακή κατάρρευση του ολιγοημερότατου ήρωα καταγράφεται από τον συγγραφέα σε τρία ημερολόγια (το τρίτο σε δύο μέρη), τα οποία απαρτίζουν και διαρθρώνουν το βιβλίο εν είδει κεφαλαίων. Ο ήρωας στα παιδικά του χρόνια αδυνατεί να κατανοήσει τον κόσμο,
επιδιώκει να υιοθετήσει την περσόνα του κλόουν, μεταναστεύει εν συνεχεία στο Τόκιο με την επιθυμία να γίνει ζωγράφος, συσχετίζεται με πολλές γυναίκες, όχι ως καρδιοκατακτητής, αλλά ως συνοδοιπόρος τους σε μια απελπισμένη κούρσα επιβίωσης, σε μια φαινομενικά ανούσια πορεία ζωής.
Διαβάστηκε πολύ, επηρέασε κι επηρεάζει πολύ τους κατοπινούς. Ο Νταζάι, ο Καβαμπάτα και ο Τανιζάκι είναι χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της ιαπωνικής λογοτεχνίας που παρακολούθησαν τις συντριπτικές ενίοτε μεταλλάξεις της ιαπωνικής κουλτούρας και κοινωνίας από την επέλαση της Δύσης. (Δεσμεύομαι να επανέλθω από εδώ και για τους άλλους δύο, διότι περνώ κι εγώ την ιαπωνική μου φάση.)
Αν πρέπει -και πρέπει- να κλείσω με ένα επιμύθιο για τον ήρωα, θα γράψω ότι δεν ήταν ο Γιόζο ένας ήρωας που απομονώθηκε εξωτερικά, κοινωνικά και πάντως εμφανώς από την κοινωνία. Αντιθέτως, επέλεξε την ευθεία, κατά μέτωπο, σύγκρουση με τον φόβο του. Γι’ αυτό ενέχει η νουβέλα στοιχεία λύτρωσης, στοιχεία εξόχως τραγικά.
Comments
No Comments