The Navigators | Η εκπληρούμενη προφητεία
Σύμπτωση, απλή προφητεία ή εμπνευσμένη από την πραγματικότητα; Ας μην βαυκαλιζόμαστε ότι θεωρείται σύμπτωση το δημιούργημα του Βρετανού Ken Loach «Τhe Navigators», του 2001. Στην αιχμή της εξάπλωσης του καπιταλιστικού συστήματος, ο σκηνοθέτης τρυπώνει στην ωμή πραγματικότητα της ιδιωτικοποίησης του βρετανικού σιδηροδρομικού δικτύου και θέτει σε πρώτο πλάνο το λαϊκό αίσθημα, αναφορικά με το δίκαιο, την περηφάνια της βιοπάλης, την κοινωνική ειρήνη, τη διεκδίκηση της ίδιας της ζωής, όπως της αξίζει. Μέλη, πλέον, της καινούριας εταιρείας, οι εργάτες του σιδηρόδρομου παλεύουν να διατηρήσουν τα εργασιακά τους δικαιώματα, έρχονται σε σύγκρουση με τους ιδιώτες εργολάβους και τελικά με την ίδια τους τη συνείδηση.
Ο Loach δημιούργησε μια ταινία, συγκινητικά ρεαλιστική, στοιχείο που διατρέχει όλους τους κόλπους της, από τις ερμηνείες, τους διαλόγους, τις σχέσεις μεταξύ των ηρώων και την καθημερινή τους επαφή, με τις αστείες στιγμές και τους διαπληκτισμούς τους, μέχρι τον τρόπο που επηρέασε μοιραία την κοινωνία και τις εργασιακές σχέσεις η μετατροπή του δημόσιου αγαθού της σιδηροδρομικής συγκοινωνίας σε εστία ιδιωτικού συμφέροντος. «Στην αγορά που εισερχόμαστε, σημασία έχει ο πελάτης», θα ακουστεί στο βίντεο προώθησης της διαχειρίστριας εταιρείας, ενώ ο υπεύθυνος ενημερώνει τους υπαλλήλους ότι, σύμφωνα με το επιχειρηματικό πλάνο της εταιρείας,
«οι θάνατοι πρέπει να είναι σε ικανοποιητικό επίπεδο»,
αποποινικοποιώντας εξόφθαλμα το μέγεθος της ευθύνης του ιδιώτη απέναντι σε εργατικό προσωπικό και πολίτες και σκιαγραφώντας κυνικά τα ιδιοτελή κίνητρα της ιδιωτικής εταιρείας που έχει αναλάβει τη διαχείριση έναντι μιας υπηρεσίας, την οποία απολαμβάνει το σύνολο των πολιτών και ανήκει στο δημόσιο.
Το Navigators ανασύρει και καταδεικνύει κοινωνικά ζητήματα, με τη ματιά του σκηνοθέτη να αποδεικνύεται αιματηρά προφητική. Η αξιοπρέπεια συγκρούεται με την απομάκρυνση του ιδιώτη να λογοδοτεί, η οικονομική επέκταση των εταιρειών τοποθετείται σε πέπλο αυτοπροστασίας και η κοινωνική συνοχή διακυβεύεται στο διηνεκές, από τρύπιους νόμους και ιδιωτικές εταιρείες που παίζουν στα ζάρια ανθρώπινες ζωές και σχέσεις, θέματα που δίνονται στο θεατή με ενοχλητικά ειλικρινή τρόπο. Η κοινωνική αρμονία, η χαρά, η ανέμελη συμβίωση και η σχέση εμπιστοσύνης εργοδότη και εργαζομένων τίθενται υπό αμφισβήτηση και εν τέλει κινδυνεύουν να εξαλειφθούν, στο όνομα ενός φαύλου κύκλου διαπλοκής, συμφερόντων και ευτελών σκοπών, με εμπλεκόμενους φορείς την κρατική εξουσία και τις ιδιωτικές εργολαβικές εταιρείες.
Στην ταινία, η ξεγύμνωση της αλήθειας, χωρίς να ωραιοποιεί ή να στρογγυλεύει τα αιχμηρά σημεία της ιδιωτικοποίησης δημόσιων αγαθών, επικοινωνείται επιβεβαιώνοντας το κοινό αίσθημα για την κοινωνική και εργασιακή απαξίωση που ακολουθείται από τέτοιες δομικές αλλαγές, την αποδυνάμωση του συνδικαλιστικού κινήματος και την υποβάθμιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Σε αυτές τις συνθήκες, παρουσιάζεται ο σκληρός ρεαλισμός της καθημερινότητας των ανθρώπων, ο αβάσταχτος αγώνας τους για επιβίωση, χωρίς χρωματιστά γυαλιά, που θα τους αναγκάσει να εκπέσουν και να εκφυλιστούν, ως ανίσχυρες εργατικές μονάδες απέναντι σε βιομηχανικούς κολοσσούς, που εκμηδενίζουν τα επίπεδα ασφάλειας και ποιότητας της εργασίας, με στόχο την αύξηση της κερδοφορίας τους.
Άλλωστε,
«όποιος μπαίνει εμπόδιο, φεύγει»,
ακούγεται στην ταινία, περιγράφοντας τον εργασιακό εκφοβισμό, παράλληλα με τον εξαναγκασμό στη συμμόρφωση των ελαστικών σχέσεων εργασίας με εκβιαστικά επιχειρήματα και την εργαλειακή αντιμετώπιση των εργατών. Μια ταινία που περιγράφει τη διάλυση της ισορροπίας του κοινωνικού ιστού και την αποτυχία της δημόσιας κρατικής εξουσίας να διατηρήσει τα αγαθά και τα κεκτημένα των πολιτών της. Θίγει, με τρόπο που ενοχλεί, τον περιορισμό της ελευθερίας της αυτοδιάθεσης της εργασίας και των εργαζομένων και με αφορμή την ιδιωτικοποίηση του σιδηρόδρομου της Αγγλίας, εντοπίζει τις προεκτάσεις του σε κάθε τομέα και, όπως αποδεικνύεται, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι το σενάριο, θα γίνει ζωή.
Comments
No Comments