Τα αμέτρητα, μοναδικά «κλικ» της εκκεντρικής και μυστηριώδους street photographer Vivian Maier!
Τα γκρίζα στενά της πόλης, τα παιδιά που παίζουν, το αεράκι που ανακινεί ελαφρά τις καπαρντίνες των περαστικών, μια παρέα τριών ατόμων που μοιράζεται την ανάγνωση μιας εφημερίδας, καπέλα και περίτεχνες κομμώσεις μιας άλλης εποχής, σκιώδεις αντανακλάσεις σε βιτρίνες καταστημάτων, ένα ζευγάρι που ακουμπά στον τοίχο και φιλιέται ενώ κρατιέται απ’ το χέρι μοιάζοντας με χορογραφία για tango… Τα ασπρόμαυρα φιλμ της Vivian Maier αποτελούν ένα νοσταλγικό ταξίδι στους δρόμους της Αμερικής των δεκαετιών του ’50,’60 και’70.
Η Vivian Dorothy Maier (1 Φεβρουαρίου 1926- 21 Απριλίου 2009) ήταν Αμερικανίδα φωτογράφος δρόμου, της οποίας το έργο ανακαλύφθηκε και αναγνωρίστηκε μετά θάνατον. Κατά τη διάρκεια της ζωής της, τράβηξε περισσότερες από 150.000 φωτογραφίες, απεικονίζοντας κυρίως τους ανθρώπους και την αρχιτεκτονική του Σικάγο, της Νέας Υόρκης και του Λος Άντζελες, αν και η ίδια ταξίδεψε φωτογραφίζοντας σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι φωτογραφίες της, κατά βάση ασπρόμαυρες, αλλά και έγχρωμες, απεικονίζουν σκηνές και στιγμιότυπα των αστικών δρόμων, αποτυπώνοντας την ομορφιά της καθημερινότητας, κι αναδεικνύοντας τις πιο μικρές, τις πιο συνηθισμένες πτυχές της ζωής. Αγαπημένο της κάδρο αποτέλεσαν πολύ συχνά τα παιδιά, που πόζαραν στον φακό της, πότε ξέγνοιαστα και πότε σκυθρωπά.
Νταντά στο επάγγελμα, φωτογράφος στον νου και την καρδιά…
Κατά τη διάρκεια της ζωής της η Vivian Maier τράβηξε αμέτρητες φωτογραφίες, τις οποίες φαίνεται να έκρυβε επιμελώς από τα μάτια των άλλων. Ούτε η οικογένεια με την οποία έζησε (ως νταντά) για περισσότερα από 17 χρόνια δε γνώριζε το κρυφό της πάθος… Αποτύπωσε τις ιδιαιτερότητες της «αστικής Αμερικής» κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, μέσα από φωτογραφικά στιγμιότυπα από κατεδαφίσεις ιστορικών κτιρίων, καθημερινές οικιακές σκηνές, αλλά και εμβληματικές γωνιές της Νέας Υόρκης και του Σικάγο. Η ίδια «πρωταγωνιστεί» σε αρκετά από αυτά τα κλικ, ποζάροντας μπροστά από έναν καθρέφτη ή το τζάμι μιας βιτρίνας, φωτογραφίζοντας το προφίλ της σκιάς της στο πάτωμα ή τη σιλουέτα της που αντανακλάται σε λακκούβες με νερό, είτε ακόμη καταγράφοντας με τον φακό της τις αντανακλάσεις της παραμορφωμένης εικόνας της, που μοιάζουν να καθρεφτίζονται επανειλημμένα -άπειρες φορές-, κάτι που φαίνεται να αποτελεί μια βαθύτερη προσπάθεια απεικόνισης του «ενδότερου εαυτού».
Ένα τμήμα του τεράστιου, αόρατου όγκου του έργου της ήρθε στο φως μάλλον συμπτωματικά το 2007, όταν κάποια από τα αρνητικά της πουλήθηκαν σε μια δημοπρασία στο Σικάγο. Όταν ο αγοραστής τους, John Maloof, απέκτησε ένα φαινομενικά «ασήμαντο» κουτί με περίπου 40.000 αρνητικά για 380 $, δεν είχε ιδέα ότι αυτό που βρισκόταν πλέον στα χέρια του ήταν άγνωστο/αδημοσίευτο φωτογραφικό υλικό της Vivian Maier.
«Στην αρχή δεν ήξερα ότι αυτά αποτελούσαν σημαντικά έργα φωτογραφίας δρόμου», ανέφερε ο Maloof σε τηλεφωνική του συνέντευξη. Οι φωτογραφίες που δημοσίευσα μετέπειτα στο Διαδίκτυο, οι οποίες πλέον φιλοξενούνται σε αξιόλογες εκθέσεις ανά τον κόσμο και συγκεντρώθηκαν σε μια χούφτα βιβλία, είναι μόνο «ένα ελάχιστο, μικροσκοπικό κομμάτι της δουλειάς της».
Ο Maloof υποστήριξε επίσης ότι, καθώς ανακάλυπτε όλο και περισσότερα από τα εξαιρετικά έργα της Maier, εμπνεύστηκε τόσο να ξεκινήσει να φωτογραφίζει ο ίδιος όσο και να ανακαλύψει περισσότερα για την τέχνη της φωτογραφίας γενικότερα. Το 2008 και το 2009, ξόδεψε περίπου άλλα 70.000 $, αγοράζοντας αυτό που εκτιμά ότι περιλαμβάνει το 90% του έργου της, καθώς πλέον είναι ο κάτοχος περίπου 100.000 αρνητικών της! Ο Maloof αφιέρωσε μεγάλο τμήμα του χρόνου του στην έρευνα της ζωής και του έργου της Maier, με αποκορύφωμα τη δημιουργία του ντοκιμαντέρ «Finding Vivian Maier (2014)», που τέθηκε υποψήφιο για Όσκαρ.
Η ζωή και η φωτογραφική πορεία της Vivian…
Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1926, κόρη της Γαλλίδας Maria Jaussaud Justin και του Αυστριακού Charles Maier (γνωστός και ως Wilhelm). Κατά τη διάρκεια της παιδικής της ηλικίας χρειάστηκε να μετακομίζει αρκετές φορές από ΗΠΑ σε Γαλλία, ζώντας κυρίως στο αλπικό χωριό Saint-Bonnet-en-Champsaur μαζί με τη μητέρα της. Ο πατέρας της φαίνεται να εγκατέλειψε προσωρινά την οικογένεια για άγνωστους λόγους μέχρι το 1930. Στην Απογραφή του 1930, ως «κεφαλή» του νοικοκυριού καταγράφηκε η Jeanne Bertrand, μια επιτυχημένη φωτογράφος και γλύπτρια που γνώριζε τη Gertrude Vanderbilt Whitney, ιδρύτρια του «Whitney Museum of American Art». Όταν η Maier ήταν 4 ετών, εκείνη και η μητέρα της μετακόμισαν στο Μπρονξ μαζί με την Μπέρτραντ. Η Vivian πέρασε κάποια από τα νεανικά της χρόνια στη Γαλλία, ενώ στη συνέχεια εργάστηκε στο Σικάγο ως νταντά και φροντίστρια σε σπίτια για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της. Παράλληλα, στον ελεύθερο χρόνο της λάτρευε με τόλμη την τέχνη της φωτογραφίας. Κλικάροντας με τον φακό της ασταμάτητα για πέντε δεκαετίες, άφησε πίσω της αμέτρητα αρνητικά! Ωστόσο, ενώ οι φωτογραφίες της έχουν προκαλέσει τον θαυμασμό στους θεατές τους σε ολόκληρο τον κόσμο, υπάρχουν πολλά στοιχεία που παραμένουν άγνωστα για τον άνθρωπο πίσω από τον φακό.
Το 1949, ενώ βρισκόταν ακόμη στη Γαλλία, η Maier άρχισε να τραβά τις πρώτες της φωτογραφίες με μια απλή Kodak Brownie -μια ερασιτεχνική κάμερα με μία μόνο ταχύτητα κλείστρου, χωρίς έλεγχο εστίασης και χωρίς καντράν διαφράγματος. Το 1951, αφότου επέστρεψε από τη Γαλλία, αγόρασε μια φωτογραφική μηχανή Rolleiflex. Σε ηλικία 25 ετών, μετακόμισε από τη Γαλλία στη Νέα Υόρκη, όπου ξεκίνησε να εργάζεται σε ζαχαροπλαστείο. Το 1956, μετακόμισε στα προάστια North Shore του Σικάγο, όπου προσλήφθηκε από μια οικογένεια ως νταντά για τα τρία αγόρια της. Απολάμβανε την πολυτέλεια ενός σκοτεινού δωματίου κι ενός ιδιωτικού μπάνιου, γεγονός που της προσέφερε τη δυνατότητα να επεξεργάζεται τις εκτυπώσεις της και να αναπτύσσει τα δικά της ρολά ασπρόμαυρων φιλμ. Η Lane Gensburg, μητέρα της οικογένειας, δήλωσε αργότερα για την Maier:
«Ήταν σαν μια πραγματική, ζωντανή Mary Poppins. Ποτέ δεν μιλούσε άσχημα, ούτε υποτιμούσε τα παιδιά. Ήταν αποφασισμένη να τους δείξει τον κόσμο έξω από το πλούσιο προάστιο της πόλης τους».
Καθώς τα παιδιά ενηλικιώθηκαν, η Maier έπρεπε να αναζητήσει νέα εργασία, γεγονός που την ανάγκασε να αφήσει ημιτελές το έργο της. Μετακομίζοντας από οικογένεια σε οικογένεια, άρχισαν να συλλέγονται τα ρολά των πολυάριθμων ανεκμετάλλευτων, μη τυπωμένων φιλμ της. Εκείνη περίπου την εποχή, η Maier αποφάσισε να στραφεί στην έγχρωμη φωτογραφία. Το κύριο θέμα των εικόνων της μετατοπίστηκε από τους ανθρώπους σε: αντικείμενα, εφημερίδες και γκράφιτι. Το 1959 και το 1960, η Maier ξεκίνησε να ταξιδεύει μόνη της σε όλο τον κόσμο, βγάζοντας φωτογραφίες σε: Λος Άντζελες, Φιλιππίνες, Ταϊλάνδη, Χονγκ Κονγκ, Βιετνάμ, Μαλαισία, Σιγκαπούρη, Ινδία, Υεμένη, Αίγυπτο, Ελλάδα, Λίβανο, Συρία, Τουρκία, Ιταλία, Γαλλία και Ελβετία. Το ταξίδι πιθανότατα χρηματοδοτήθηκε από την πώληση της οικογενειακής φάρμας στο Saint-Julien-en-Champsaur. Τη δεκαετία του 1970, η Maier εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα ως οικονόμος στο σπίτι του παρουσιαστή Phil Donahue. Πάντοτε διατηρούσε τα υπάρχοντά της στα σπίτια των εργοδοτών της. Σε ένα από αυτά είχε αφήσει 200 κουτιά, τα περισσότερα από τα οποία περιείχαν φωτογραφίες, αρνητικά και μία παράξενα μεγάλη συλλογή από εφημερίδες.
Τη δεκαετία του 1980, το οικονομικό άγχος και η έλλειψη σταθερότητας έθεσαν για άλλη μια φορά το έργο της σε αναμονή, κι έτσι τα ρολά από φιλμ άρχισαν να συσσωρεύονται. Κάπου ανάμεσα στα τέλη της δεκαετίας του 1990, η Maier εγκατέλειψε τη φωτογραφική της μηχανή, καθώς πάλευε να επιβιώσει. Αφού πέρασε ένα διάστημα χωρίς καν να έχει χώρο διαμονής, στεγάστηκε σε ένα μικρό διαμέρισμα-στούντιο, του οποίου το ενοίκιο κατάφερνε να πληρώνει με τη συνδρομή μιας από τις οικογένειες στις οποίες δούλευε παλιότερα. Κατόπιν αυτού του οικονομικού αδιεξόδου, οι φωτογραφίες της στις αποθήκες μετατράπηκαν σε «χαμένες αναμνήσεις», ώσπου ξεπουλήθηκαν τελικά λόγω μη καταβολής ενοικίου, το 2007. Τον επόμενο χρόνο, η υγεία της Maier άρχισε να επιδεινώνεται μετά από ένα μικρό ατύχημα (πτώση σε πάγο), αναγκάζοντάς την να εισαχθεί σε οίκο ευγηρίας. Ποτέ δεν συνήλθε πλήρως, αφήνοντας πίσω της ένα τεράστιο φωτογραφικό αρχείο μετά τον θάνατό της, το 2009.
Οι οικογένειες στις οποίες φιλοξενήθηκε την περιέγραψαν ως ένα πολύ «κλειστό», σχεδόν ιδιόρρυθμο άτομο, αναφέροντας ότι περνούσε τον ελεύθερο χρόνο της περπατώντας στους δρόμους του Σικάγο και τραβώντας φωτογραφίες με την κάμερά της. Συχνά έπαιρνε μαζί της τα παιδιά που φρόντιζε, ακόμη κι όταν επισκεπτόταν τις υποβαθμισμένες περιοχές του Σικάγο, αλλά και σε πιο περίεργα μέρη, όπως για παράδειγμα μια μάντρα όπου υπήρχαν πτώματα νεκρών προβάτων. Στα τρία ντοκιμαντέρ για τη ζωή της «Finding Vivian Maier», «Vivian Maier: Who Took Nanny‘s Pictures?» και «The Vivian Maier Mystery», οι εργοδότες και τα παιδιά τους αναφέρουν στις συνεντεύξεις τους ότι η Maier συστηνόταν στους άλλους με διάφορους τρόπους (διαφορετικές προφορές, ονόματα και λεπτομέρειες της ζωής της), και ότι σε κάποια από τα παιδιά ήταν συμπαθής και θετική, ενώ σε άλλα φαινόταν τρομακτική και καταχρηστική. Συχνά, όταν τη ρωτούσαν το επάγγελμά της, εκείνη απαντούσε: «είμαι κάποιου είδους κατάσκοπος». Ο John Maloof συνόψισε με εξαιρετικά περιεκτικό τρόπο την περιγραφή της Vivian σε λίγες μόνο φράσεις:
«Ήταν σοσιαλίστρια, φεμινίστρια, κριτικός κινηματογράφου και άτομο που έλεγε αυτό που πίστευε χωρίς περιστροφές. Έμαθε αγγλικά πηγαίνοντας στα θέατρα, τα οποία αγαπούσε… Έβγαζε συνεχώς φωτογραφίες, τις οποίες δεν έδειχνε σε κανέναν»
Ο Charlie Siskel, ο οποίος συνυπογράφει το ντοκιμαντέρ για τη ζωή της μαζί με τον Maloof, αναφέρει:
«Κοιτώντας τις φωτογραφίες της συνειδητοποιείς ότι υπάρχουν άνθρωποι ξεχασμένοι, στους οποίους οφείλουμε να δείξουμε προσοχή. Η ιστορία της κουβαλάει ένα μήνυμα: Την ιδέα ότι μπορεί ανάμεσά μας να βρίσκονται σπουδαίοι ανεξερεύνητοι καλλιτέχνες».
Η ιδιαίτερη Vivian Maier, αφήνοντας πίσω της έναν τεράστιο όγκο αξιόλογου έργου φωτογραφίας δρόμου, δεν παύει να αποτελεί έμπνευση για τους λάτρεις της street photography, ενώ οι εικόνες της αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της φωτογραφίας του 20ου αιώνα, συντροφεύοντας άλλους διάσημους καλλιτέχνες, όπως: Helen Levitt, William Klein, Diane Arbus και Garry Winogrand. Αφότου τα φιλμ της είδαν το φως της δημοσιότητας, φωτογραφίες της έχουν αποτελέσει αντικείμενο πολλών δημοσιεύσεων και φιλοξενούνται σε σημαντικά καλλιτεχνικά ιδρύματα κι εκθέσεις σε ολόκληρο τον κόσμο.
«Λοιπόν, υποθέτω ότι τίποτα δεν είναι γραφτό να διαρκέσει για πάντα… Πρέπει να κάνουμε χώρο και για άλλους ανθρώπους. Είναι ένας τροχός! Ανεβείτε, πρέπει να φτάσετε μέχρι τέλους! Και τότε, κάποιος θα έχει την ίδια ευκαιρία να φτάσει επίσης μέχρι το τέλος, κι έτσι η ζωή συνεχίζεται!»
[Vivian Maier]
Comments
No Comments